Ανέκδοτο φιλοσοφημένο ραβανί
Τέλος.
Παραπατάς και πέφτεις.
Πηγαίνεις σιγά σιγά προς την άκρη.
Έφτασες στο χείλος του γκρεμού και κοίταξες κάτω.
Άφησες το ποδήλατο, πήρες κουράγιο και ανάσα και πήγες στο τέρμα.
Τρέχεις με όλη σου τη δύναμη προς το τέλος του δρόμου.
Ανέβηκες στο ποδήλατο και ξεκίνησες.
Βγήκες από το σπίτι.
Αρχή.
Φόβος.
Κοιτάζει μέσα στα μάτια του.
Ανοίγει το ντουλάπι και τον βλέπει να την κοιτάζει.
Τρέχει προς στην κουζίνα, ακολουθάει το γέλιο του αγοριού.
Σηκώνεται από το κρεβάτι τρομαγμένη, κοιτάζει δεξιά και αριστερά.
Χαμογελάει και ανοίγει τα μάτια της αλλά δεν βλέπει τίποτα.
Είναι πολύ καλοί φίλοι, γελάνε και χοροπηδάνε μαζί.
Βλέπει στον ύπνο της ένα αγοράκι να γελάει.
Γέλιο.
Τίποτα.
Πάτησε το κουμπί κλειδώματος.
Έφτασε λαχανιασμένος στην αίθουσα ελέγχου.
Έτρεξε στον διάδρομο με κλειστά τα μάτια για να μην τρομάξει.
Ο θόρυβος από τις σειρήνες ήταν εκκωφαντικός και τον άγχωσε πολύ.
Πήρε το όπλο στα χέρια του και προχώρησε προς την πόρτα.
Άκουσε ένα τζάμι να σπάει και αμέσως πάγωσε.
Καθιστός απολάμβανε ζεστή σοκολάτα.
Τηλεόραση.
Διάβολος.
Τον τράβηξε στην τρύπα.
Πλησίασε τρομαγμένος προς την περίεργη φωνή.
Κάποιος του μίλησε μέσα από το βαθύ πηγάδι της αυλής.
Είδε κάτι να τριγυρνάει στον κήπο, ήταν νύχτα και δεν κατάλαβε τι είναι.
Βγήκε έξω και προχώρησε αργά αργά με τη σκούπα στο χέρι.
Άκουσε κάτι σαν βρυχηθμό και ανατρίχιασε.
Έκανε γονατιστός την προσευχή του.
Θεός.
Δόντια.
Πήδηξε στο νερό.
Η φωτιά τον πλησίασε επικίνδυνα.
Οι καρχαρίες μαζεύτηκαν γύρω από το πλοίο.
Η μηχανή τινάχτηκε στον αέρα και το καράβι άρπαξε σαν καυσόξυλο.
Ένας περίεργος χτύπος ακούστηκε από το τελευταίο πάτωμα.
Πέταξε άνετος τα αποφάγια του στη θάλασσα.
Έτρωγε με μανία το ψάρι του.
Φαγητό.
Πίθηκος.
Είναι τόσο πρωτόγονος.
Όσο και να προσπαθήσει δεν καταλαβαίνει.
Του βάζουν να δει φωτογραφίες και τον μαθαίνουν γράμματα.
Κάθεται σε μια καρέκλα και κοιτάζει τους «άλλους» να τον παρατηρούν.
Είναι δεμένος για να μην κάνει τίποτε επικίνδυνο.
Πήρε κάτι χαπάκια για να ηρεμήσει.
Ουρλιάζει και χτυπιέται.
Άνθρωπος.
Νεκρός.
Κοιτάζει την κάννη του όπλου.
Βάζει μια σφαίρα στη θαλάμη και οπλίζει.
Το κρατάει στα χέρια του και το γυαλίζει με ένα πανί.
Πηγαίνει γρήγορα στο δωμάτιο και παίρνει το όπλο από τη θήκη του.
Σκίζει το χαρτί και πίνει ένα ποτήρι ουίσκι μονοκοπανιά.
Διαβάζει το σημείωμα με δάκρυα στα μάτια.
Σηκώνει το γράμμα και το ανοίγει.
Κρίση.
ΖΕΥΣ