Την προηγούμενη βδομάδα είχα γράψει για τις προσωπικές μου εμπειρίες σχετικά με τη δράση της αστυνομίας στον τόπο μας, όπως επίσης την ικανότητα και την παιδεία αυτής, που δυστυχώς όπως διαπίστωσα δεν είναι στο καλύτερο επίπεδο. Τουλάχιστον το επίπεδο στο οποίο βρίσκεται δεν είναι αυτό που χρειάζεται ένας τόπος μεγάλος σε έκταση, με τα ποσοστά της παρανομίας στην περιοχή την τελευταία δεκαετία να έχουν μόνιμα αυξητική τάση. Ο καθένας φυσικά βγάζει τα συμπεράσματά του από αυτά που βλέπει και βιώνει και όχι από αυτά που ακούει -ή διαβάζει φυσικά- οπότε δεν είναι απαραίτητο να έχετε κι εσείς την ίδια άποψη με μένα στο θέμα της αστυνομίας.

   Στο δικό μου το μυαλό η (όλη)αλήθεια δεν είναι αυτή που είχα γράψει στο προηγούμενο κείμενο και το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ. Εκεί απλά παρέθεσα τις δικές μου εμπειρίες στα τελευταία πέντε χρόνια που γύρισα από την Αθήνα. Όχι ότι στην πρωτεύουσα συνάντησα καλύτερη συμπεριφορά από την αστυνομία, ούτε ότι η… εκπαίδευση των «οργάνων» στην πόλη είναι καλύτερη από δω. Απλά εκεί είναι μεγάλος ο αριθμός των αστυνομικών ενώ σχετικά με την εγκληματικότητα, εγώ τουλάχιστον που έζησα επτά χρόνια εκεί δεν έπαθα κάτι, ούτε έγινα μάρτυρας σε κάποιο περιστατικό. Μόνο ένα σταυρό είχαν κλέψει από τη μάνα μου, βράδυ όταν είχε γυρίσει, κάτω στην είσοδο της πολυκατοικίας. Δεν λέω ότι δεν υπάρχει εγκληματικότητα στην Αθήνα απλά αναφέρω ότι δεν γνωρίζω εγώ προσωπικά τόσες περιπτώσεις όσες έγιναν και ξέρω για το νησί μας.

   Αλλά για να αρχίσουμε από κάπου ώστε να φτάσουμε σε ένα τέλος κάποια στιγμή, η πραγματική αλήθεια που σκέφτομαι ότι ισχύει είναι ότι το μερίδιο της ευθύνης είναι μοιρασμένο. Για να γίνω πιο κατανοητός… Όπως και με τις κυβερνήσεις, έτσι και με τις υπόλοιπες δημόσιες υπηρεσίες, (ναι και η κυβέρνηση δημόσια υπηρεσία είναι) ο «έλεγχος» για την απόδοση και τη σωστή δουλειά τους πρέπει να γίνεται από τους πολίτες. Όταν κάθε φορά που βγάζουμε έναν πρωθυπουργό, δήμαρχο, περιφερειάρχη κ.ο.κ. και νομίζουμε ότι η ευθύνη μας τελειώνει στις εκλογές και στην ψηφοφορία τότε είναι που πέφτουμε στην παγίδα. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε και με την αστυνομία.

   Ο έλεγχός της δουλειάς της πρέπει να γίνεται από μας αφού εμάς τους ίδιους αφορά η καλή απόδοση των αρχών. Το αστυνομικό τμήμα του Αιτωλικού πάσχει και το ξέρουμε όλοι μας αυτό. Οι επιλογές που έχουμε δεν είναι πολλές. Είτε που θα βοηθήσουμε και θα φωνάξουμε μαζί με τους αστυνομικούς για να στελεχωθεί όπως πρέπει το τμήμα είτε θα τους αφήσουμε να φαίνονται -και να είναι- ανεπαρκείς ενώ παράλληλα εμείς δεν θα ξέρουμε τι θα μας ξημερώσει. Στο χέρι μας είναι να… βοηθήσουμε τις αρχές να κάνουν τη δουλειά τους. Κι αν δεν μας αρέσει αυτό τουλάχιστον να μην γινόμαστε εμπόδιο σε αυτή. Τι εννοώ με αυτό; Γυρίζω και πάλι στο φθινόπωρο του ’15 όταν και μου είχαν ανοίξει το σπίτι. Όπως είχα γράψει μεταξύ των άλλων αντικειμένων που μου έκλεψαν ήταν και ένα αρμόνιο μαζί με μια κιθάρα. Το επόμενο πρωί μετά την κλοπή, κάποια στιγμή πέρασε από το μαγαζί μου ο Δ. Ξ. (Δεν θα γράψω το όνομα, δεν είναι σωστό κατά την άποψή μου). Μπροστά μου ακριβώς και μπροστά στον πατέρα μου, πήρε τηλέφωνο έναν γύφτο που γνώριζε και τον ρώτησε αν ξέρει τίποτα για την κλοπή. Ωραία μέχρι εδώ; Ωραία…

   Ο Δ. Ξ. λοιπόν, είπε στον γύφτο για τα αντικείμενα που είχαν κλαπεί και εκείνος του απάντησε ότι το αρμόνιο και η κιθάρα ήταν στο σπίτι του ενώ τα υπόλοιπα τα είχαν πάει στο Αγρίνιο για να τα πουλήσουν. Με τα πολλά ο γύφτος ζήταγε λεφτά για να δώσει τα κλεμμένα(!!!) πράγματα πίσω και να βρεθούνε οι δυο τους κάποια στιγμή το πρωί για να γίνει η συναλλαγή. Εγώ, όπως ήταν το φυσιολογικό, είπα στον Δ. Ξ. να μου πει ποιος είναι αυτός που μιλάει στο τηλέφωνο για να πάω στην αστυνομία και να δώσω το όνομά του. Ο ίδιος ο Δ. Ξ. όχι μόνο απλά αρνήθηκε να μου πει ποιος είναι αλλά μου δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι μετά θα έχει πρόβλημα στη δουλειά του. Όποιος γνωρίζει έστω και λίγο από τα βασικά της νομικής τότε καταλαβαίνει ότι αυτή η περίπτωση λέγεται συγκάλυψη και τιμωρείται από το νόμο. Ο ίδιος ο συμπολίτης μου στην ουσία αντί να με βοηθήσει με εκνεύρισε ακόμα περισσότερο και με απογοήτευσε εντελώς. Και για να είμαι ειλικρινής, ο μόνος λόγος που δεν πήγα στην αστυνομία για να τον καταγγείλω είναι επειδή ήταν και ο πατέρας μου στην συζήτηση(οι τρεις μας ήμασταν στο μαγαζί) θα έπρεπε να καταγγείλω και τον ίδιο μιας και ήταν υπέρ της άποψης του Δ.Ξ. Δεν υπήρχε περίπτωση να το κάνω αυτό, νομίζω με καταλαβαίνετε.

   Για να κλείσουμε λοιπόν το θέμα μας μια και καλή. Ακόμα και στην παραπάνω περίπτωση εγώ φταίω και συνέβαλλα στο να μην γίνει απολύτως τίποτα. Σε μια άλλη κοινωνία ο Δ.Ξ. θα είχε πάει σηκωτός στο τμήμα και θα τα αράδιαζε όλα όπως πρέπει. Και για να ολοκληρώσω. Πως στο διάολο θέλουμε να κάνει η αστυνομία τη δουλειά της όταν εμείς οι ίδιοι κρύβουμε τους κλέφτες; Όταν εμείς οι ίδιοι παίρνουμε πίσω τις μηνύσεις σε περιπτώσεις «δικών» μας παιδιών-κλεφτρονιών-πρεζονιών για να «μην στενοχωρηθεί ο κακόμοιρος ο πατέρας του ή η μάνα του». Όταν ο άλλος παρκάρει στο πεζοδρόμιο μπροστά από το μαγαζί σου και τον κοιτάζεις άπραγος και τα βάζεις με την αστυνομία που δεν βγαίνει έξω να γράψει. Πάρε το ρημαδοτηλέφωνο και λύσε το πρόβλημα. Γιατί υπάρχουν ανάπηροι άνθρωποι και γυναίκες με μωρά στο καρότσι που πρέπει να χρησιμοποιήσουν το πεζοδρόμιο. Γιατί ολόγυρά μας έχουμε γεμίσει ρουφιάνους και δεν το ξέρουμε γιατί πολύ απλά όταν ακούμε αυτή τη λέξη τότε το μυαλό μας πάει σε άλλες περιπτώσεις.

   Οπότε τι είναι ο ρουφιάνος; Είναι αυτός που λέει ένα καλά κρυμμένο μυστικό; Είναι αυτός που λέει στον άλλο αυτά που λέει για εκείνον ο άλλος και ανάποδα; Ή τελικά είναι αυτός που από φόβο και μικροψυχία κρύβει τους εγκληματίες και τους σώζει από τα δικαστήρια ενώ παράλληλα σκούζει και οδύρεται για την «κακή» αστυνομία; Για σκεφτείτε το λίγο…

Μιχάλης Βελτσίστας