Πολλές φορές έχω αναρωτηθεί για ποιο λόγο πιστεύω ακόμα στους ανθρώπους. Για ποιο λόγο έχω την πεποίθηση ότι τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται και ότι υπάρχει και κάτι άλλο πίσω από όλη αυτή τη μετριότητα. Και η «μετριότητα» είναι μακράν της δεύτερης η πιο… ευγενική λέξη που μπορώ να βάλω. Πως είναι δυνατόν να έχει εξαφανιστεί σε πνευματικό, κυρίως, επίπεδο οτιδήποτε μπορεί να συνδέσει εμάς, τους Έλληνες του 2020, με εκείνους που μας επέτρεψαν να συστηνόμαστε ως τέτοιοι και να γεμίζει το στήθος μας από περηφάνεια; Είναι μεγάλη υπόθεση να μην «ντρέπεσαι» για την καταγωγή σου αλλά είναι ακόμα μεγαλύτερη να ντρέπεσαι για την κατάληξή σου.
Είναι βαριά η κληρονομιά κύριοι -και κυρίες- και κανένας μας δεν είναι άξιος να συνεχίσει το έργο. Το κακό είναι ότι δεν μας νοιάζει καθόλου να μοιάσουμε στους προγόνους μας, προτιμάμε τη σημερινή μας κατάντια αρκεί να μας καλύπτει κάθε μήνα το νούμερο που βλέπουμε στην οθόνη του ΑΤΜ στην τράπεζα ή στην εφαρμογή της στο κινητό. Ξέρετε τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής μου πόσες φορές έχω ακούσει την ερώτηση «Τι κάνεις; / Πως είσαι;» και πόσες την ερώτηση: «Έχετε μηχάνημα για κάρτα στο μαγαζί;». Πόσες φορές η απάντηση στο «καλησπέρα» που λέω είναι «Πιάσε ένα από αυτό, βάλε μισό κιλό από τ’ άλλο» λες και ο άνθρωπος – καταναλωτής είναι προγραμματισμένος να λέει λέξεις που αφορούν μόνο αυτά που θέλει και όχι αυτά που… πρέπει.
Και θα μου πει κάποιος «μήπως είναι κανένας υποχρεωμένος να κάνει αυτό το ‘’πρέπει’’ που μας λες ρε Βελτσίστα;». Η απάντηση κρύβεται στα παιδικά μου χρόνια, τότε που οι γονείς μου με «προγραμμάτισαν» να απαντάω σε αυτές τις ερωτήσεις για να κοινωνικοποιηθώ σαν άνθρωπος και για να είμαι ευγενικός. Άλλωστε μην ξεχνάτε ότι σε αυτό το κείμενο διαβάζετε τη δική μου γνώμη, ούτε τη δική σας ούτε κανενός άλλου. Αλλά ας μην ψάχνουμε πάντα την κόντρα και ας βρούμε τι λέει η κοινή λογική. Ο ένας ρωτάει και ο άλλος απαντάει. Έτσι γίνεται ο διάλογος και εξελίσσεται η επικοινωνία. Στην αντίθετη περίπτωση θα έχουμε από όλους έναν διαρκή μονόλογο, σαν να πηγαίνεις βόλτα στο προαύλιο του Δαφνί.
Ευτυχώς αν υπάρχει κάτι που ακόμα είναι άπλετο στην Ελλάδα αυτό είναι η ελευθερία του λόγου. Ο καθένας μπορεί είτε στους γύρω του, είτε πίσω από μία οθόνη ή αν είναι ρομαντικός πίσω από μία κόλλα χαρτί, να εκφραστεί όπως του αρέσει, να μιλήσει για τις ιδέες του, για τους προβληματισμούς του και οτιδήποτε τον απασχολεί. Το αρνητικό της όλης αυτής ελευθερίας είναι ότι ειδικά στην ωμή και κυνική εποχή που ζούμε, πολλοί συνάνθρωποι μας βγάζουν μέσα από τον απρόσωπο κόσμο των σόσιαλ μίντια όλη τους την κακία και τη χολή. Ότι ασχήμια έχει ο καθένας στο κεφάλι του πάει και τη γράφει χωρίς να παίρνει την ευθύνη για αυτά που γράφει, χωρίς να τον νοιάζουν ούτε οι προσωπικές συνέπειες -γιατί πολύ απλά αυτές δεν υπάρχουν- αλλά ούτε και το αν πληγώνει έναν άλλο άνθρωπο. Στην απρόσωπη επικοινωνία, την κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας τον 21ο αιώνα, σχεδόν κανένας δεν είναι αυθεντικός, όλοι βάζουν μια «μάσκα» (απόλυτα επίκαιρη λέξη) και λειτουργούν σαν αυτό που θα ήθελαν να είναι, σαν κάτι ψεύτικο που στην ουσία δεν υφίσταται. Αλλά η ανωνυμία τους και η μη αμεσότητα του τρόπου επικοινωνίας, τους δίνει το… δικαίωμα να πράττουν χωρίς συνέπειες.
Είναι άλλο να μιλάς με κάποιον και όταν θυμώσεις να του γράψεις ένα απλό «είσαι μ@λ@κ@ς» και να κλείσεις τον υπολογιστή σου ή να βγεις από το οποιοδήποτε σόσιαλ μίντια χρησιμοποιείς. Και φυσικά είναι εντελώς διαφορετικό να κάνεις το ίδιο πράγμα σε ένα τραπέζι, ο ένας απέναντι από τον άλλο. Νομίζω ότι αυτό το καταλαβαίνουμε όλοι, άλλο να εκτίθεσαι ψυχή και σώμα κι άλλο να πληκτρολογείς με τα δάχτυλά σου. Η δύναμη και η ευλογία της επικοινωνίας τη σημερινή εποχή έγινε από μέσο συνεννόησης, μέσο χλευασμού και κακοπροαίρετης κριτικής από κάθε καρυδιάς καρύδι. Όποιος θέλει, ότι θέλει χωρίς καμία συνέπεια.
Και μέσα σε όλα τα παραπάνω σχετικά με την επικοινωνία έχουμε και τη λογοκρισία. Γράφεις την άποψή σου για κάποιο θέμα και ο άλλος που έχει την αντίθετη γνώμη σου λέει «κατέβασέ το». Δεν χρειάζεται να σε αναγκάσει κανένας να «εξαφανίσεις» ένα κείμενο για να υπάρχει λογοκρισία. Και μόνο που σου υποδεικνύει κάποιος τι να κάνεις με την άποψή σου τότε αυτομάτως είναι σαν να… βάζει χέρι στην ίδια την ελευθερία του λόγου. Κάποτε όταν άκουγα για λογοκρισία τα παραδείγματα που είχα στο μυαλό μου ήταν η Τουρκία και χώρες με απολυταρχικά καθεστώτα. Μονάρχες που γουστάρουν ή όχι κάποιο κείμενο ή μια συγκεκριμένη είδηση και αποφασίζουν αν αυτό θα εκδοθεί. Καταπάτηση της ελευθερίας του λόγου στο μέγιστο βαθμό. Το ότι δεν με πλακώνει κανείς στο ξύλο ή δεν με μπουζουριάζουν με… χουντικές τακτικές γι’ αυτά που γράφω δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει λογοκρισία.
Δυστυχώς όχι απλά υπάρχει αλλά ζει και βασιλεύει ακόμα και εδώ στο υπέροχο νησί μας. Δεν θα σας σκοτίσω παραπάνω αλλά εμένα προσωπικά ήρθε συμπολίτης μας στο μαγαζί μου και μου ζήτησε να κατεβάσω ένα κείμενο το οποίο ο ίδιος θεώρησε ότι τον πρόσβαλλε. Φυσικά και δεν ικανοποίησα το -τραγικό- αίτημά του αλλά κοίτα να δεις που καταντήσαμε. Όπως και άλλες απόψεις… έφαγαν «άκυρο» και δεν εκδόθηκαν σε τοπική εφημερίδα. Δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα για το θέμα αλλά να πάμε παρακάτω. Να μην επαναληφθούν τέτοια φαινόμενα τα οποία δείχνουν ότι στο Αιτωλικό δεν υπάρχουν μόνο τα προβλήματα που βλέπουμε με τα μάτια και ακούμε με τα αυτιά μας, αλλά υπάρχουν κι άλλα ζητήματα που συμβαίνουν στα «μουλωχτά» και χρήζουν προσοχής.
Ένας τόπος με το μέγεθος του Αιτωλικού χαρακτηρίζεται ως επί το πλείστο από αυτούς που κατοικούν σε αυτόν. Δεν είσαι Αθήνα να έχεις εκατομμύρια ανθρώπους και να μην ξέρει ο ένας ποιος είναι ο άλλος που ζει απέναντι. Εδώ εκτός από τη φυσική ομορφιά και τη γεωγραφική θέση, όλα τα υπόλοιπα που κάνουν «όμορφο» το Αιτωλικό είμαστε εμείς που ζούμε εδώ. Αλλά όλα αυτά που χαρακτηρίζουν «άσχημο» τον τόπο μας είναι αποκλειστικά και μόνο δική μας ευθύνη. Για να αλλάξει το Αιτωλικό προς το καλύτερο θα πρέπει να αλλάξουμε πρώτα εμείς τον χαρακτήρα μας και να γίνουμε καλύτεροι, πιο ανοιχτόμυαλοι, πιο Έλληνες. Θα πρέπει να απαιτήσουμε τη βελτίωση πρώτα από τους εαυτούς μας και μετά να ζητήσουμε καλύτερη λειτουργία και δράση από τους τοπικούς φορείς.
Όσο και να είναι κανένας άξιος δεν παύει να αποτελεί μια μονάδα. Δε μπορεί να κάνει τη διαφορά. Αν δε γίνουμε πετυχημένοι σε συλλογικό επίπεδο τότε δε θα γίνει ποτέ αυτό το παραπάνω βήμα που χρειάζεται ο τόπος. Όταν κάποιος έχει μια άποψη, άκουσέ τον πρώτα και μετά πες αυτό που έχεις να πεις. Μην ψάχνεις την κόντρα, δεν πρόκειται να πετύχεις ποτέ κάτι καλό με αυτήν την τακτική, δες γύρω σου την κατάντια μας. Όλο εξυπνάδες, όλο κόντρες και διαμάχες και καμία πρόταση, καμία λύση απολύτως. Το χάλι μας -που μας ενοχλεί- είναι αποτέλεσμα των δικών μας πράξεων. Ας κάνουμε μια καλή προσπάθεια να τα πάμε καλύτερα από δω και πέρα. Αξίζει τον κόπο…
Μιχάλης Βελτσίστας