Καπνίζεις, τελειώνεις το τσιγάρο σου και αν δεν έχεις μπροστά σου κάποιο τασάκι, τότε του δίνεις μία και το στέλνεις… αδιάβαστο. Αυτόματη κίνηση, τόσο μηχανική λες και οι άνθρωποι γεννήθηκαν για να κάνουν σκουπίδια. Ειδικότερα δε με το κάπνισμα είναι σαν κανόνας το πέταμα του διαβολοπράγματος στο δρόμο. Όχι σε εκείνον που περνάει έξω από το σπίτι σου φυσικά, αλλά σε οποιονδήποτε άλλο, έρημο από μάτια, δρόμο.
Δεν είναι θέμα οικολογίας. Ούτε πρέπει να αδιαφορούμε για το περιβάλλον αλλά αυτό είναι μια διαφορετική συζήτηση. Είναι καθαρά θέμα νοοτροπίας, τουλάχιστον εδώ στην Ελλάδα. Θέλουμε να μας λένε καθαρούς αλλά να μην είμαστε εμείς αυτοί που καθαρίζουμε τις βρωμιές μας. Θιγόμαστε αν μας αποκαλέσουν βρωμιάρηδες αλλά δεν κάνουμε απολύτως τίποτα για να μην μας χαρακτηρίσουν έτσι. Ίσως να πιστεύουμε ότι είναι πατρογονικό μας δικαίωμα, ως γόνοι του μεγαλύτερου έθνους της ανθρωπότητας, να μιλάνε για μας και τη χώρα μας με τα καλύτερα λόγια και να μας εκθειάζουν.
Κάποια στιγμή καλό θα ήταν να καταλάβουμε άπαντες ότι οι άλλοι λαοί εκφράζονται για τη χώρα μας με καλύτερα λόγια απ’ ότι εμείς οι ίδιοι. Ταξιδεύουν δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο για να έρθουν και να θαυμάσουν τις… πέτρες μας και τα μάρμαρα, πράγματα που εμείς οι ίδιοι, αν δεν πηγαίναμε εκδρομή με το σχολείο, δεν πρόκειται να το κάναμε ποτέ. Μιλάμε με θαυμασμό για την Ακρόπολη και δεν έχουμε απολύτως καμία ιδέα για την ίδια την ιστορία του ιερού ναού της Αθηνάς. Ποιος την έχτισε, γιατί την έχτισε και όλα αυτά που κάνουν ακόμα πιο σημαντικό αυτό το κτίριο. Πως είναι η ατάκα του Κινέζου φιλόσοφου Κομφούκιου; «Μελέτησε το παρελθόν, αν θες να ορίσεις το μέλλον»…
Έχουμε καταντήσει να κάνουμε ΜΟΝΟ πράγματα που έχουν να μας δώσουν κάτι. Αλλά δεν μας φτάνει το οποιοδήποτε αντάλλαγμα, όχι φίλοι μου. Αυτό που μας νοιάζει είναι αυτό που θα πάρουμε να ικανοποιεί τις υλικές μας ανάγκες. Και εξηγούμαι για να γίνω λιγάκι πιο κατανοητός χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της Ακρόπολης, έτσι επειδή την έχουμε φρέσκια από την αναφορά μας σε αυτή πιο πάνω στο κείμενο. Δεν μας φτάνει να πάμε να δούμε τον ιερό ναό της Αθηνάς, να θαυμάσουμε το θαύμα των θαυμάτων που στέκει στην ίδια θέση για περισσότερα από 2.500 χρόνια! Όχι, δεν μας φτάνει. Θέλουμε αντάλλαγμα για να πάμε, όπως γίνεται στο σχολείο, «εκδρομή = όχι μάθημα». Κανένας δεν το σκέφτεται όπως οι τουρίστες, κανένας δεν το κάνει για να μάθει δυο πράγματα για την ίδια του την ιστορία. Αν όμως μπει ένα, ας πούμε έπαθλο, όπως για παράδειγμα «οι πρώτοι χίλιοι κάθε μήνα που ανεβαίνουν στην Ακρόπολη κερδίζουν μια δωροεπιταγή των 50 ευρώ», τότε να δεις που θα έχει ουρά από το Θησείο μέχρι τον ιερό βράχο. Και όλοι τους θα είναι Έλληνες!
Πάντοτε με νοιάζει να διακωμωδώ τις καταστάσεις, ειδικά τις -κατά την άποψή μου- άσχημες, αυτές που σε ενοχλούν και σε θυμώνουν. Και κρίνοντας πολλές φορές από τον ίδιο μου τον εαυτό, καταλήγω σε διάφορα συμπεράσματα σχετικά με τη φύση του σημερινού Έλληνα. Υλιστής του θανατά, φιλόξενος κατά περίσταση, ρουφιάνος κάθε πάστας και εποχής, από τον χειρότερο μέχρι τον λιγότερο κακό. Ανεύθυνος με τις σημαντικές ευθύνες και αμέτοχος σε όσα πρέπει να δώσει το παρόν. Φωνές για το δίκιο του ενός, αδιαφορία για το συλλογικό. Και το χειρότερο απ’ όλα; Η τάση της «διπλής» επιλογής…
Τι είναι λοιπόν αυτή η τάση που γράφω παραπάνω; Τα έχουμε ξαναπεί και σε άλλο κείμενο, ή θα είσαι με τους αποδώ ή με τους αποκεί. Δύο επιλογές, δύο παρατάξεις, δύο απόψεις, δύο επιχειρήματα, δύο δρόμοι να διαβείς, δυο πόρτες έχει η ζωή κ.δ.σ. (να το ξαναπώ, είναι δική μου συντομογραφία για το «και δεν συμμαζεύεται»). Μένουμε εγκλωβισμένοι και περιορισμένοι από επιλογές, τη στιγμή που υπάρχουν άπειρες, κάθε μία προσαρμοσμένη στα «θέλω» του καθένα μας. Αρκεί να ψάξεις πρώτα μέσα σου και μετά στον έξω κόσμο. Βρες αυτό που ταιριάζει στον χαρακτήρα σου, στη δική σου κοσμοθεωρία και ακολούθησέ το με πάθος και πίστη. Στήριξε τις επιλογές σου αλλά πάντοτε να έχεις ανοιχτό το μυαλό σου και για την άλλη όψη του νομίσματος, μην απορρίπτεις αυτό που δεν γνωρίζεις αλλά προσπάθησε να το μάθεις και μετά να πάρεις την απόφασή σου. Δεν θα βαρεθώ να το γράφω αυτό…
Και για να επιστρέψουμε σιγά σιγά και στο τσιγάρο, αυτό με το οποίο ξεκινήσαμε την κουβέντα μας. Εγώ κάπνιζα πολλά χρόνια το κλασικό, εργοστασιακό τσιγάρο και μετά τον στρατό -όπως οι περισσότεροι ελέω τράκας- το… γύρισα στο στριφτό. Τόσα και τόσα χρόνια που έχω αυτήν την ηλίθια και βλαβερή συνήθεια, μόλις τελείωνα το τσιγαράκι μου, αν δεν υπήρχε τασάκι στο πεδίο όρασής μου, τότε το φουντάριζα και όπου βγει. Εδώ και δυο χρόνια περίπου, έβαλα στη ζωή μου την… πίπα! Πονηροί μου αναγνώστες, ας μην κάνουμε κακές σκέψεις και ας συνεχίσουμε στο ρεζουμέ. Επειδή με ενοχλούσε η όψη και η μυρωδιά φυσικά των κιτρινισμένων μου δάχτυλων από τα τόσα χρόνια κάπνισμα, αντί να το κόψω βεβαίως βεβαίως (το περί νοοτροπίας που λέγαμε και νωρίτερα), άρχισα να χρησιμοποιώ το γνωστό πιπάκι που υπάρχει στα περίπτερα.
Εκτός από τη μυρωδιά και το κιτρίνισμα που εξαφανίστηκε, το «μαγικό» πιπάκι… εξαφάνισε και κάτι άλλο. Δεν ξαναπέταξα τσιγάρο στο δρόμο, εκτός από περιπτώσεις που ξεχνιέμαι. Αυτό το σκ@τό, που το πήρα για ένα συγκεκριμένο σκοπό, κατάφερε να με κάνει να σκέφτομαι πιο… οικολογικά και ας μην είναι αυτή η πραγματικότητα. Από τη στιγμή και μόνο που με έκανε να κουράζω τη σκέψη μου για το αν πρέπει να πετάξω ή όχι το τσιγάρο μου τότε αυτό για μένα είναι μια μικρή νίκη. Η ίδια μου η κακή συνήθεια με έκανε να αλλάξω νοοτροπία έστω σε αυτήν την κλίμακα, έστω κι αν έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με το δικό μου το… χάλι και όχι με το γενικότερο. Η πίπα της οικολογίας λοιπόν, η πιο πρόσφατη δασκάλα που μου έτυχε!
Μιχάλης Βελτσίστας