

Ο μικρός Γουίλ κοίταζε μέσα από το τηλεσκόπιό του τον νυχτερινό ουρανό, σκοτεινό και συνάμα υπέρλαμπρο από το πλήθος των αστεριών που τον στολίζουν. Ο πιτσιρικάς είχε πάθος με την αστρονομία και του άρεσε να παρακολουθεί τους πλανήτες του Γαλαξία μας, τουλάχιστον όσους μπορούσε να διακρίνει με το ερασιτεχνικό τηλεσκόπιο που του είχε κάνει δώρο ο παππούς του για τα Χριστούγεννα. Ξαφνικά γούρλωσε τα μάτια του και κράτησε την αναπνοή του, του φάνηκε οτι είδε κάτι πολύ φωτεινό να περνάει με τρομακτική ταχύτητα από το σημείο που είχε στρέψει το τηλεσκόπιο. Προσπάθησε να ξαναβρεί αυτήν την παράξενη λάμψη αλλά δεν τα κατάφερε και απογοητευμένος απομακρύνθηκε από το παράθυρο του δωματίου του και έπεσε για ύπνο. Αλλά το περίεργο φως που είδε ο μικρός Γουίλ ξαναεμφανίστηκε εκείνο το βράδυ όπως και άλλα μικρά, διαφορετικού χρώματος φώτα και το ένα μετακινούνταν προς τα άλλα ασταμάτητα και αυτό το… τελετουργικό συνεχίστηκε μέχρι που δεν υπήρχε πια τίποτα.
Λίγο καιρό πριν
Ο Φωτεινός έκανε την καθιερωμένη του περιπολία γύρω από τον Γαλαξία και παρατηρούσε τους άλλους πλανήτες και τα ουράνια σώματα για να σιγουρευτεί οτι όλα ήταν εντάξει. Είχε ξεκινήσει όπως πάντα από τον Ήλιο και έφτανε μέχρι τα σύνορα με τον Πλούτωνα, το τελευταίο ή το πρώτο -ανάλογα με την οπτική του καθενός- σύνορο του “δικού μας” διαστήματος. Ο Φωτεινός ήταν ανήσυχος αυτόν τον καιρό, κάτι που παρατηρούσε στις αστρικές και ηλιακές καταιγίδες δεν του άρεσε καθόλου. Γι’ αυτό είχε αποφασίσει να συναντηθεί με τους υπόλοιπους Πλανητάρχες του Γαλαξία, τους προστάτες των πλανητών του ηλιακού μας συστήματος.
Οι Πλανητάρχες ήταν οι άγνωστοι ήρωες του Milky Way, οι Αθάνατες θεότητες που προστάτευαν τον Γαλαξία και τους πλανήτες του. Κάθε ένας από τους εννέα πλανήτες, μαζί με τον ίδιο τον Ήλιο, είχε και τον δικό του Πλανητάρχη. Ο Ερμής είχε τον Αγγελιοφόρο, η Αφροδίτη τη Γονιμότητα, η Γη τον Νεόπλαστο -ο πιο νέος από όλους τους Πλανητάρχες-, ο Δίας είχε τον Άρχοντα, ο Κρόνος τον Πανάρχαιο, ο Ποσειδώνας τον Υδάτη, ο Ουρανός τον Αέρινο, ο Άρης τον Πολεμιστή και ο Πλούτωνας την Ελπίδα. Ο Φωτεινός όπως αναφέραμε και πιο πάνω ήταν ο προστάτης του Ήλιου και ο πιο σημαντικός από τους Πλανητάρχες, ήταν αυτός που συντόνιζε τους υπόλοιπους όποτε υπήρχε κάποιο μεγάλο διαγαλαξιακό πρόβλημα και ο τελευταίος που θα υπερασπιζόταν τον Γαλαξία μας σε περίπτωση κάποιου καταστροφικού γεγονότος.
Ξαφνικά ο Πλανητάρχης του Ήλιου συνάντησε την Ελπίδα από τον Πλούτωνα, η οποία έδειχνε πολύ ταραγμένη και λαχανιασμένη! Ήταν όπως πάντα μαυροντυμένη, φορούσε έναν σκοτεινό χιτώνα πάνω από την πανοπλία της η οποία ήταν φτιαγμένη από μαύρα οστά. Ο Φωτεινός την κοίταζε ανήσυχος όσο εκείνη προσπαθούσε να πάρει ανάσα και μόλις συνήλθε του ζήτησε να καλέσει άμεσα συμβούλιο μεταξύ των Πλανηταρχών. Χωρίς να χάσουν χρόνο ξεκίνησαν και οι δύο για τους υπόλοιπους πλανήτες για να ενημερώσουν τους προστάτες και η συνάντηση θα γινόταν στη Σελήνη, στο ομορφότερο ουράνιο σώμα του Γαλαξία μας. Εκεί μαζεύτηκαν όλοι τους και η Ελπίδα ξεκίνησε να τους εξιστορεί όλα όσα άκουσε και είδε σχετικά με τον Golden Space και την ολική καταστροφή του. Οι Πλανητάρχες άρχισαν να μουρμουρίζουν ανήσυχοι και να κάνουν ερωτήσεις στην Ελπίδα σχετικά με το πως είναι δυνατόν να καταστραφεί ένας ολόκληρος γαλαξίας χωρίς οι ίδιοι να το πάρουν χαμπάρι. Όμως το όνομα που άκουσαν από την προστάτιδα του Πλούτωνα τους έκανε να παγώσουν και να σωπάσουν εντελώς.
Ο Έρεβος! Αυτός ο καταραμένος, ο αχόρταγος, αυτός που φέρνει μαζί του το αιώνιο τέλος, το παντοτινό τίποτα, εκείνος που καταπίνει τα πάντα στο διάβα του και αφήνει πίσω το απόλυτο μαύρο κενό. Το ”Τέλος των Πάντων” ξεκίνησε σύμφωνα με τα λεγόμενα της Ελπίδας και άπαντες οι Πλανητάρχες δάκρυσαν λυπημένοι για τη μοίρα που περίμενε τον Γαλαξία τους. Όλα όσα προστάτευαν τόσους και τόσους αιώνες, όλα όσα είχαν πραγματικά σημασία γι’ αυτούς τους Αθάνατους θεούς, όλα θα έπρεπε να μην υπάρχουν πια. Ο Έρεβος ήταν κάτι που κανένας δεν είχε δει, ούτε ακούσει παρά μόνο όταν ήταν πολύ αργά για να κάνει το οτιδήποτε. Κινούνταν με χαμηλή ταχύτητα και οτι πέρναγε από μέσα του κατέληγε στο απόλυτο σκοτάδι για πάντα. Αλλά ο προστάτης του Δία, ο Άρχοντας και ο Πολεμιστής του Άρη, ζήτησαν από τους υπόλοιπους να μην εγκαταλείψουν την πιθανότητα να πολεμήσουν το τέλος τους και να προσπαθήσουν με όλες τους τις δυνάμεις να αποτρέψουν το ”Τέλος των Πάντων”. Άλλωστε ο καθένας από τους Πλανητάρχες είχε την ιερή υποχρέωση να προστατεύει τον πλανήτη του μέχρι εκείνος να μην υπάρχει και παράλληλα με αυτή την αποστολή προστάτευαν ολόκληρο τον Γαλαξία τους, μια πολύ μικρή γωνιά ολόκληρου του σύμπαντος.
Το ”Τέλος των Πάντων”
Οι αιώνες πέρασαν και οι Πλανητάρχες έκαναν οτι καλύτερο μπορούσαν για να προετοιμαστούν για το αναπόφευκτο. Ο Έρεβος βρισκόταν στα σύνορα του Milky Way και η Ελπίδσ θα ήταν η πρώτη που θα τον αντιμετώπιζε, έπρεπε να υπερασπιστεί τον Πλούτωνα μέχρι να μην μπορεί να το κάνει. Ο Φωτεινός και οι υπόλοιποι μετακινούνταν από πλανήτη σε πλανήτη και έκαναν τις τελευταίες ετοιμασίες για να αμυνθούν απέναντι στον καταστροφικό Έρεβο. Δεν ήξεραν ακριβώς τι θα αντιμετώπιζαν, μπορεί να είχαν ακούσει τόσα και τόσα αλλά στην πραγματικότητα αγνοούσαν την πραγματική δύναμη του Έρεβου. Η Ελπίδα πήρε θέση ακριβώς πάνω από τον Πλούτωνα και περίμενε υπομονετικά. Τα μάτια της κοίταζαν το αχανές σύμπαν και προσπαθούσε να δει τι ήταν αυτό που ερχόταν αλλά ήταν αδύνατο. Δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτε άλλο εκτός από αστερισμούς, νεφελώματα και σκοτάδι αλλά ένιωθε οτι κάτι έρχεται, κάτι πολύ δυνατό και πολύ επικίνδυνο.
Ξαφνικά η προστάτιδα του Πλούτωνα είδε μέσα στο σκοτάδι κάτι μικρές, φωτεινές μπάλες -έτσι έμοιαζαν- να πλησιάζουν. Αυτό που έκανε μεγάλη εντύπωση στην Ελπίδα ήταν οτι όσο αυτές οι μπάλες την πλησίαζαν τόσο περισσότερο μεγάλωναν και συνέχισαν να το κάνουν μέχρι που η πιο κοντινή από αυτές είχε το ίδιο ακριβώς μέγεθος με τον Πλούτωνα. Η Ελπίδα κοκκάλωσε! Απέναντί της έβλεπε την αντανάκλασή της, σαν σε καθρέφτη και τότε κατάλαβε. Χαμογέλασε, γύρισε και κοίταξε τους υπόλοιπους Πλανητάρχες που την παρακολουθούσαν από μακριά και τους χαιρέτησε. Μέσα σε μια στιγμή ο Πλούτωνας και η προστάτιδά του είχαν εξαφανιστεί και στη θέση τους έμειναν οι υπόλοιπες μπάλες που συνέχιζαν να πλησιάζουν τους υπόλοιπους πλανήτες.
Ο Φωτεινός ταράχτηκε τόσο πολύ από αυτό που είδε που μέχρι και ο ίδιος ο Ήλιος τρεμόπαιξε για λίγο σαν κερί που το φυσάει ο αέρας. Ο Έρεβος δεν γινόταν να νικηθεί, τίποτα από όσα είχαν προετοιμάσει οι Πλανητάρχες δεν θα σταματούσε την πορεία του. Τη μια στιγμή έβλεπε την Ελπίδα να χαιρετάει αυτόν και τους άλλους και την άλλη την έχασε από τα μάτια του μαζί με τον Πλούτωνα. Σαν κάτι να τους κατάπιε και να τους κράτησε μέσα του αλλά δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα το παράξενο εκτός από κάτι φωτεινές μπάλες που μεγάλωναν συνεχώς και πλησίαζαν τους υπόλοιπους πλανήτες. Ο Υδάτης και ο Πανάρχαιος ήταν έτοιμοι για μάχη ενώ λίγο πιο πίσω τους περίμενε ο Αέρινος και όλοι τους παρατηρούσαν τους περίεργους φωτισμούς να πλησιάζουν. Οι τρεις Πλανητάρχες ένωσαν τις δυνάμεις τους και χτύπησαν προς τη μεριά που βρισκόταν κάποτε ο Πλούτωνας. Μια παράξενη δέσμη φωτός, με τρία διαφορετικά χρώματα πάνω της, μπλε, χρυσό και γαλάζιο, σχηματίστηκε αρχικά σαν σφαίρα και εκτοξεύθηκε προς εκείνο που ίσως να ήταν ο Έρεβος. Τα τρία χρώματα αντιστοιχούσαν στους Πλανητάρχες του Ποσειδώνα, του Κρόνου και του Ουρανού που αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο. Η τρίχρωμη, φωτεινή σφαίρα λοιπόν, προχώρησε προς την κατεύθυνση του Πλούτωνα μέχρι που χάθηκε από τον ορίζοντα και σαν να μην έφτανε αυτό η αντανάκλαση των τριών πλανητών που πλησίαζε άρχισε να τους καταπίνει, ένα ένα με τη σειρά μέχρι που αυτό που έβλεπαν πια οι υπόλοιποι Πλανητάρχες ήταν περίπου το μισό ηλιακό σύστημα.
Οι επόμενοι υπερασπιστές ήταν ο Πολεμιστής του Άρη, ο Άρχοντας του Δία και ο Νεόπλαστος της Γης. Πήραν θέση πάνω από τους πλανήτες τους και ετοίμασαν ένα γιγαντιαίο, τρίχρωμο δίχτυ φτιαγμένο από αστρική σκόνη και ενέργεια από ηλιακή καταιγίδα. Κόκκινο, καφέ και πράσινο ήταν τα χρώματα του όπλου των τριών Πλανηταρχών. Το ετοίμασαν και το τέντωσαν τόσο ώστε να καλύπτει τους τρεις πλανήτες που προστάτευαν και περίμεναν με κομμένη την ανάσα. Είχαν καταλάβει από αυτό που μόλις παρακολούθησαν, από την καταστροφή του μισού Γαλαξία δηλαδή, οτι δεν υπήρχε περίπτωση να νικήσουν αυτόν τον άυλο εχθρό. Ο αιώνιος σκοπός τους όμως δεν τους επέτρεπε να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους ακόμα κι αν αυτό που έπρεπε να κάνουν ήταν σκέτη αυτοκτονία. Έτσι σιγά σιγά η αντανάκλαση πλησίασε, πρώτα κατάπιε το τρίχρωμο δίχτυ, ύστερα τον Άρη και τον προστάτη του που έμεινε σαστισμένος να κοιτάζει το αλλόκοτο θέαμα και στη συνέχεια τον Δία και τη Γη, αφήνοντας πίσω τίποτα άλλο εκτός από ένα ατέλειωτο σκοτάδι. Το τέλος του Γαλαξία ήταν πια πολύ κοντά, ο αφανισμός του Milky Way βρισκόταν ένα βήμα πριν την υλοποίησή του. Όλα είχαν χαθεί…
Η Γονιμότητα και ο Αγγελιοφόρος κοιτάχτηκαν για μια στιγμή και στη συνέχεια έστρεψαν το βλέμμα τους προς τον Ήλιο και τον Φωτεινό. Εκείνος τους παρακολουθούσε χολωμένος, ήταν ο τελευταίος που θα χανόταν μαζί με το γιγάντιο άστρο που προστάτευε. Οι Πλανητάρχες του Ερμή και της Αφροδίτης δεν έκαναν τίποτα περισσότερο από το να περιμένουν το τέλος τους με ψηλά το κεφάλι. Ο Έρεβος τους έφτασε και τους κατάπιε και αυτούς και προχώρησε προς το τελευταίο ουράνιο σώμα του Γαλαξία, το πιο φωτεινό και το σημαντικότερο από όλα τα άλλα. Θα μπορούσε να είχε αρχίσει από τον Ήλιο, να τον απορροφήσει πρώτο και να τελειώσει η ζωή του Γαλαξία αλλά όχι. Ο Έρεβος ήθελε κάθε ζωντανός οργανισμός που βρισκόταν σε κάθε γαλαξία που εξαφάνιζε, να νιώθει φόβο και αγωνία μέχρι το τέλος του. Γι’ αυτό και κατάπινε πρώτα τους πλανήτες και τελευταίο το άστρο σε αυτήν την καταστροφική του πορεία στο σύμπαν.
Ο Φωτεινός πλησίασε την αντανάκλαση και κοίταξε τον εαυτό του. Δεν ήταν δα και πολλές οι φορές που είχε την ευκαιρία να το κάνει, μόνο κάποιες στιγμές που πετούσε πάνω από τους ωκεανούς της Γης. Έβλεπε τη φλόγα που έκαιγε μέσα στα μάτια του, τα κατάξανθα, πύρινα μαλλιά του και την χρυσοκόκκινη στολή του. Ένιωθε να χάνει σιγά σιγά τη δύναμή του καθώς ο Έρεβος απορροφούσε τον Ήλιο και το λαμπρό του φως χανόταν από τον Γαλαξία και μαζί του χανόταν και ο ίδιος. Πήγε και στάθηκε στο τελευταίο σημείο του άστρου που θα κατάπινε η αντανάκλαση και περίμενε χαμογελώντας . Η αποστολή του σε αυτόν τον Γαλαξία είχε τελειώσει, μετά από αμέτρητα χρόνια συνεχούς επαγρύπνησης έφτασε η στιγμή για τον ίδιο να ξεκουραστεί. Ή τουλάχιστον να φύγει από τον Milky Way και να συνεχίσει αλλού το έργο του, άλλωστε υπήρχαν ακόμα ατέλειωτοι γαλαξίας και αστέρια σε ολόκληρο το σύμπαν. Και μέσα σε μια στιγμή… σκοτάδι! Το ”Τέλος των Πάντων” είχε ολοκληρωθεί…
(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Τα ονόματα και οι τοποθεσίες είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)
ΖΕΥΣ