Πρόλογος
Είναι μερικές ιστορίες που πολλές φορές στο τέλος τους δεν έχουν κάποιο ηθικό δίδαγμα για τον αναγνώστη, δεν έχουν να του προσφέρουν τίποτα περισσότερο από έναν ακόμη τρόπο για να σκοτώσει λίγο από τον ελεύθερο χρόνο του. Κάποιες ιστορίες τις διαβάζει στην παραλία, αραχτός σε μια ξαπλώστρα και με ένα φραπεδάκι στο χέρι, άλλες προτιμά να τις διαβάζει με χαμηλό φωτισμό, μια κρύα νύχτα του χειμώνα με βροχή, πολλή βροχή και κεραυνούς και αστραπές και… Παρασύρθηκα όμως και ξεφεύγω από το θέμα οπότε θα συνεχίσω κατ’ ευθείαν στο ζουμί… Η ιστορία λοιπόν που ακολουθεί, δεν αφορά τίποτα περισσότερο από δύο άντρες που κάνουν μια πολύ ιδιαίτερη δουλειά σε έναν πολύ παράξενο τόπο. Αυτό μόνο…
Κρίστιαν
Ξύπνησε όπως πάντα πριν από τον Έρικ, φόρεσε το μπουφάν και τα παπούτσια του και βγήκε έξω από τη σκηνή για να κατουρήσει. Ο καιρός ήταν εξαιρετικός, ο αέρας παγωμένος ως συνήθως αλλά το τοπίο ήταν τόσο γαλήνιο που έκανε τον Κρίστιαν να χαμογελάσει πλατιά. Ο 25χρονος Δανός αξιωματικός των δανέζικων ειδικών δυνάμεων, πήγε για πρώτη φορά σε εκείνον τον τόπο, όπως για πρώτη φορά έκανε τη συγκεκριμένη δουλειά. Ήταν πάρα πολύ ενθουσιασμένος που τον επέλεξαν και δεν το έκρυβε, άλλωστε τα χρήματα που θα έπαιρνε ήταν πάρα πολλά όπως και οι εμπειρίες που θα αποκόμιζε από την παραμονή του στη Γροιλανδία. Ο Κρίστιαν ήταν πολύ ψηλός, σχεδόν δίμετρος, γεροδεμένος και με άψογη φυσική κατάσταση, ιδανικός συνδυασμός για τη δύσκολη αποστολή που είχε μπροστά του τόσο αυτός όσο και ο φίλος του. Ήταν ξανθός με γκριζοπράσινα μάτια, “ομορφόπαιδο” όπως τον αποκαλούσε ο Έρικ για να τον πειράξει και είχε πυκνά γένια και μουστάκι, άξιοι συμπαραστάτες στο πολικό ψύχος της Γροιλανδίας.
Αφού τελείωσε με το κατούρημα μπήκε και πάλι μέσα στη σκηνή, έβαλε νερό να βράζει στο γκαζάκι και έβγαλε δυο κούπες πάνω στο τραπεζάκι. Κοίταξε προς τον Έρικ και χαμογέλασε αφού ο φίλος του το βράδυ είχε ρίξει από πάνω του τρεις χοντρές κουβέρτες και φαινόταν λες και ήταν αρκούδα σε χειμερία νάρκη. Ετοίμασε τους καφέδες και ξεκίνησε να απλώνει βούτυρο και μέλι πάνω σε ζυμωτό ψωμί, από δυο μεγάλες φέτες ο καθένας για να γεμίσουν τα στομάχια τους και να πάρουν την απαραίτητη ενέργεια που χρειάζονται μέχρι να φτάσουν στην επόμενη στάση του ταξιδιού τους. Αφού τελείωσε με την προετοιμασία του πρωινού, πήρε στα χέρια του μία κατσαρόλα και τη γύρισε ανάποδα, πλησίασε τον Έρικ και άρχισε να τη χτυπάει δυνατά και ρυθμικά με μία κουτάλα.
Έρικ
“Την κατάρα μου να ‘χεις ρε πορνοδιαστροφικέ απόγονε των μούλικων των Βίκινγκς“, φώναξε θυμωμένα ο Έρικ κοιτάζοντας με γουρλωμένα μάτια τον Κρίστιαν που είχε γονατίσει από τα γέλια! “Τελευταία φορά που με ξυπνάς έτσι! Την επόμενη θα σε ξεβρακώσω και θα σε αφήσω έξω στον παγετό για ολόκληρη τη νύχτα” και τελειώνοντας σηκώθηκε και φόρεσε γρήγορα γρήγορα το μπουφάν του. Οι δύο φίλοι δεν μίλησαν για κάμποση ώρα, όση δηλαδή χρειαζόταν ο Έρικ για να ηρεμήσει από το ταραγμένο του ξύπνημα και απολάμβαναν το πρωινό τους. Ο γκρινιάρης Δανός ήταν κι αυτός αξιωματικός των ειδικών δυνάμεων της χώρας του και ήταν ο επικεφαλής της μικρής αυτής ομάδας των δύο αντρών αλλά παράλληλα προετοίμαζε τον Κρίστιαν ώστε κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον να αναλάβει εκείνος την περίφημη “Σκοπιά της Γροιλανδίας“.
Ο Έρικ ήταν πιο κοντός από τον Κρίστιαν αλλά πολύ πιο δυνατός και είχε κάτι τεράστιες πλάτες που είχε αποκτήσει από τα εφηβικά του χρόνια, τότε που περνούσε όλο του το χρόνο στις πισίνες και την κολύμβηση. Ήταν μελαχρινός με γαλανά μάτια και είχε μακριά μαλλιά και μούσια, κόντρα φυσικά στο στρατιωτικό πρωτόκολλο περί εμφάνισης των αξιωματικών και των φαντάρων αλλά αποτέλεσμα της πολύχρονης διαμονής του σε εκείνον τον παράξενο τόπο. Ο Έρικ μόλις είχε κλείσει τα σαρανταπέντε και μόλις τελείωνε η φετινή “Σκοπιά της Γροιλανδίας” τότε θα γυρνούσε επιτέλους στην πατρίδα του και θα έμπαινε σε στρατιωτικό γραφείο, όπως ήταν άλλωστε και ο στόχος του και από κει και πέρα θα ασχολούνταν και πάλι με το κολύμπι το οποίο υπεραγαπούσε. “Τελείωνε με το πρωινό και ετοιμάσου για να μαζέψουμε και να φύγουμε. Πρέπει να καλύψουμε αρκετά χιλιόμετρα μέχρι να νυχτώσει και δεν έχουμε πολύ χρόνο” είπε στον Κρίστιαν και βγήκε έξω από τη σκηνή.
Η “Σκοπιά της Γροιλανδίας“
Από τη στιγμή που η “Πράσινη Γη” (ένα από τα παρατσούκλια της Γροιλανδίας) κατοχυρώθηκε επίσημα ως κομμάτι της Δανίας, από τότε είναι που ξεκίνησε και η σκοπιά του πελώριου παγωμένου νησιού. Δύο άντρες των δανέζικων ειδικών δυνάμεων διέσχιζαν όλο το νησί σε διάστημα τεσσάρων μηνών, κατέγραφαν διάφορα στοιχεία σχετικά με το πάχος του πάγου και με τη μείωσή του εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής αλλά συναναστρέφονταν και με τους τοπικούς οικισμούς για να μάθουν περισσότερα πράγματα από τους μόνιμους κάτοικους της Γροιλανδίας και τους Ινουίτ. Άλλωστε με τους τελευταίους είχαν και εμπορικές συναλλαγές για τρόφιμα και διάφορα αγαθά που τους ήταν απαραίτητα για να επιβιώσουν στο εχθρικό κλίμα του νησιού.
Από τότε που ξεκίνησε η περίφημη “Σκοπιά της Γροιλανδίας” έχουν καταγραφεί δύο θάνατοι αξιωματικών, ένας στην πρώτη σκοπιά που πραγματοποιήθηκε ποτέ και ο άλλος πέρυσι, όταν χάθηκε στην άγρια γη της Γροιλανδίας ο πρώην συνεργάτης του Έρικ. Ο έμπειρος στρατιωτικός μετά το ατυχές περιστατικό πέρασε από ψυχολογικό έλεγχο για να διαπιστωθεί τελικά η άριστη ψυχική του υγεία και να αποκλείσουν οι στρατιωτικοί δικαστές το ενδεχόμενο να εμπλέκεται στην εξαφάνιση του φίλου του. Ο ίδιος επέμεινε να ξαναπάει στο νησί και να προετοιμάσει τον διάδοχό του, ήθελε να μάθει στον Κρίστιαν όλα όσα ήξερε αυτά τα δέκα χρόνια που έκανε τη σκοπιά. Το ταξίδι στη χώρα γινόταν με έλκηθρο που σέρνουν εκπαιδευμένα σκυλιά, όπως ακριβώς κάνουν οι Ινουίτ που συνεχίζουν την παράδοση των προγόνων τους και η φροντίδα των ζώων ήταν πολύ σημαντική για την πραγματοποίηση του δύσκολου ταξιδιού.
Στην ουσία δουλειά των δύο στρατιωτικών είναι τους δύο πρώτους μήνες να ταξιδέψουν μέχρι τα μισά της διαδρομής τους και τα περίφημα “Σπιτάκια του Ήλιου“, δύο μικρές αποθήκες με υπερυπολογιστές που καταγράφουν και συλλέγουν στοιχεία σχετικά με το περιβάλλον της Γροιλανδίας και την κατάσταση του πάγου και της θερμοκρασίας. Τα “Σπιτάκια του Ήλιου” ονομάστηκαν έτσι επειδή τα μηχανήματα που βρίσκονταν εκεί μέσα λειτουργούσαν αποκλειστικά και μόνο με την ηλιακή ενέργεια. Επειδή το τοπίο είναι κατάλευκο από τον πάγο, δημιουργείται αντανάκλαση που ειδικοί καθρέφτες στέλνουν στα φωτοβολταϊκά που συλλέγουν την ενέργεια του Ήλιου. Έτσι η πολύ σημαντική δουλειά που γίνεται στα “Σπιτάκια του Ήλιου” μπορεί να συνεχίζεται ακατάπαυστα για όλο το χρόνο οπότε στην πρώτη τους στάση οι δύο στρατιωτικοί έπρεπε να αδειάσουν τους υπολογιστές από όλα τα στοιχεία που έχουν συλλέξει και έπειτα να κάνουν συντήρηση σε όλα τα μηχανήματα και τους ειδικούς καθρέφτες. Επίσης πολύ σημαντικό πριν φύγουν για το επόμενο κομμάτι της αποστολής τους, είναι να αφήσουν τον κατάλληλο αριθμό προμηθειών που θα χρειαστεί η “σκοπιά” της επόμενης χρονιάς για να αντέξει το πρώτο δίμηνο.
Το δεύτερο και τελευταίο κομμάτι της “Σκοπιάς της Γροιλανδίας” είναι η διαδρομή από τα “Σπιτάκια του Ήλιου” μέχρι τον καταυλισμό των Ινουίτ που βρίσκονται έξω από την πόλη Ιλούλισατ στη δυτική Γροιλανδία. Εκεί οι δύο άντρες θα περάσουν ακόμα δύο μήνες και θα συναναστραφούν με τους ντόπιους, θα τους βοηθήσουν σε οτι έχουν ανάγκη και θα μαζέψουν πληροφορίες για όλο το νησί και ειδικότερα για τις περιοχές που δεν φτάνουν ούτε τα αεροπλάνα της πολεμικής αεροπορίας της Δανίας. Για τις περιοχές δηλαδή που βρίσκονται στο βορειοδυτικό άκρο της χώρας… Μόλις τελείωναν θα ταξίδευαν στο Νουούκ, την πρωτεύουσα της χώρας και θα έφευγαν με το πρώτο αεροπλάνο για την πατρίδα τους για να ολοκληρώσουν την αποστολή τους.
Τα “Σπιτάκια του Ήλιου“
Ο Έρικ και ο Κρίστιαν είχαν καλύψει περίπου τη μισή απόσταση μέχρι να φτάσουν στον προορισμό τους και το πρώτο κομμάτι της αποστολής τους. Τα σκυλιά που τραβούσαν τα έλκηθρα είχαν αρκετή διάθεση και δεν σταματούσαν ούτε λεπτό το τρέξιμο ενώ και ο καιρός ευνοούσε αφού δεν είχε καθόλου αέρα να “ενοχλεί” τους ταξιδιώτες. Είχαν φύγει για λίγο από τα βουνά και ο δρόμος είχε ανοίξει οπότε τα δύο οχήματα γλιστρούσαν με μεγάλη ταχύτητα πάνω στον λείο πάγο ύστερα από παρότρυνση του Έρικ. Όμως όπως αναφέραμε και στην αρχή η Γροιλανδία είναι μια γη παράξενη και επικίνδυνη ειδικά αν ταξιδεύεις και δεν είσαι συγκεντρωμένος στο δρόμο. Έτσι οι δύο στρατιωτικοί δεν πρόσεξαν ένα σημείο που είχε μια μεγάλη ρωγμή και μπορεί ο Κρίστιαν να το πέρασε από πάνω αλλά ο φίλος του δεν ήταν το ίδιο τυχερός και έτσι το δεξί “πόδι” από το έλκηθρο έπεσε μέσα και έσπασε κάνοντας μεγάλη ζημιά στο ίδιο το όχημα. Το χειρότερο όμως ήταν οτι δύο σκυλιά του Έρικ τραυματίστηκαν σοβαρά εξαιτίας του ατυχήματος και δεν μπορούσαν να συνεχίσουν το ταξίδι ούτε να επιβιώσουν χωρίς ιατρική περίθαλψη. Οπότε με βαριά καρδιά ο έμπειρος αξιωματικός πήρε το όπλο του, απομόνωσε τα δύο άτυχα ζώα από τα υπόλοιπα και τα σκότωσε με μία βολή στο κεφάλι το καθένα ξεχωριστά.
Ο Κρίστιαν βοήθησε τον φίλο του να βάλει και τα δικά του πράγματα πάνω στο μοναδικό έλκηθρο που τους έμεινε, τοποθέτησαν τα σκυλιά του Έρικ μαζί με τα υπόλοιπα και συνέχισαν το ταξίδι τους. Λίγο πριν νυχτώσει είχαν φτάσει επιτέλους στα “Σπιτάκια του Ήλιου” και με μια πρώτη ματιά όλα έδειχναν μια χαρά, όπως ακριβώς τα είχε αφήσει πέρυσι ο Έρικ με τον άτυχο συνεργάτη του. Άνοιξαν τις δύο αποθήκες για να βεβαιωθούν οτι όλα λειτουργούσαν στην εντέλεια, όπως διαπίστωσαν τελικά, έβαλαν νερό και φαγητό στα σκυλιά και ξεφόρτωσαν το έλκηθρο. Άφησαν σε έναν ειδικό χώρο τα κιβώτια με τις προμήθειες της επόμενης χρονιάς και άνοιξαν ένα μπουκάλι κρασί για να περάσουν το υπόλοιπο της νύχτας μέχρι να κοιμηθούν. Από το επόμενο πρωί κιόλας ξεκίνησαν να μαζεύουν τα στοιχεία των υπολογιστών, αδειάζοντάς τους σε εξωτερικούς σκληρούς δίσκους που στη συνέχεια αποθήκευαν σε μία βαλίτσα υψηλής τεχνολογίας που προστάτευε το περιεχόμενό της από οποιοδήποτε χτύπημα.
Το δυσκολότερο κομμάτι ήταν η συντήρηση των καθρεφτών που βοηθούσαν στη συλλογή της ηλιακής ενέργειας από τα φωτοβολταϊκά. Ένα από τα κάτοπτρα είχε σπάσει και έπρεπε να τοποθετηθεί καινούργιο. Ήταν πολύ λεπτή δουλειά που ήθελε ακρίβεια στο μέγιστο βαθμό καθώς δεν υπήρχαν ανταλλακτικά και έτσι δεν χωρούσε λάθος γιατί τότε θα καθυστερούσε όλη η αποστολή τουλάχιστον για ακόμα ένα μήνα. Γι’ αυτό και ήταν ο Έρικ εκείνος που διόρθωσε το πρόβλημα, όπως έκανε όλα αυτά τα χρόνια που έκανε τη “Σκοπιά της Γροιλανδίας“, ενώ από τη μεριά του ο Κρίστιαν ήταν συνεχώς δίπλα του και παρακολουθούσε με μεγάλη προσοχή τον φίλο του γιατί έπρεπε να μάθει και ο ίδιος να το κάνει για τα επόμενα χρόνια που θα έπαιρνε τη θέση του Έρικ. Ο καιρός πέρασε γρήγορα και οι δύο μήνες που είχαν στη διάθεση τους οι Δανοί αξιωματικοί για τα “Σπιτάκια του Ήλιου“, ολοκληρώθηκαν και έτσι το πρώτο σκέλος της αποστολής στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία. Οι δύο φίλοι έκαναν αυτό που έπρεπε, βεβαιώθηκαν οτι όλα λειτουργούσαν τέλεια, ετοίμασαν το έλκηθρο και τα σκυλιά και επιτέλους ξεκίνησαν για τον καταυλισμό των Ινουίτ που βρισκόταν λίγο έξω από την πόλη Ιλούλισατ.
Ο καταυλισμός των Ινουίτ
Πέρασαν περίπου δέκα μέρες από τότε που οι δύο αξιωματικοί των δανέζικων ειδικών δυνάμεων άφησαν πίσω τους τα “Σπιτάκια του Ήλιου” και σε δυο βράδια θα έτρωγαν ζεστή σούπα με ψάρι και πατάτα στον καταυλισμό των Ινουίτ. Σταμάτησαν κάτω από έναν μεγάλο παγωμένο βράχο και άναψαν φωτιά για να περάσουν τη νύχτα. Ήταν το τελευταίο τους γεύμα καθώς τελείωσαν οι προμήθειες λίγο νωρίτερα από το προγραμματισμένο αφού ο Κρίστιαν τις προηγούμενες μέρες, μερικές φορές έβαζε διπλή μερίδα για τον ίδιο γιατί ένιωθε πως πεινούσε πάρα πολύ. Μάλιστα το έκανε κρυφά από τον Έρικ γιατί ντρεπόταν και δεν ήθελε να του το ζητήσει, την ίδια ώρα που ο έμπειρος αξιωματικός έβαζε μικρότερη μερίδα στον εαυτό του για να τους φτάσει το φαγητό μέχρι και τον καταυλισμό των Ινουίτ.
Η πρώτη επαφή του Κρίστιαν με τους γνήσιους Γροιλανδούς έγινε τελικά νωρίτερα απ’ οτι περίμενε καθώς ο Έρικ ανέβασε πυρετό το προηγούμενο πρωί και έτσι ο νεαρός αξιωματικός οδήγησε όλη τη μέρα και όλη νύχτα μέχρι που έφτασε στον καταυλισμό κάποια στιγμή τα άγρια χαράματα. Οι ντόπιοι έτρεξαν να βοηθήσουν τους δύο άντρες και έβαλαν τον Έρικ σε ένα ιγκλού και τον σκέπασαν με μία κουβέρτα φτιαγμένη από δέρμα φώκιας για να τον κρατήσει ζεστό. Μετά από δύο μέρες ο έμπειρος στρατιωτικός συνήλθε και ξεκίνησε να μαζεύει πληροφορίες από τους ντόπιους σχετικά με το νησί, τους άλλους ανθρώπους που ζουν στη Γροιλανδία αλλά και την απόμακρη βορειοδυτική μεριά της χώρας. Από την άλλη ο Κρίστιαν ήθελε να μάθει την ιστορία των Ινουίτ, πως ζούσαν και μεγάλωναν τα παιδιά τους σε τόσο δύσκολες καιρικές συνθήκες και αν ο σύγχρονος άνθρωπος έχει επηρεάσει τη ζωή τους. Οπότε ένα βράδυ που είχαν μαζευτεί όλοι γύρω από τη φωτιά και παρακολουθούσαν μαγεμένοι το υπέροχο Βόρειο Σέλας, ο σαμάνος του καταυλισμού άρχισε να εξιστορεί στους υπόλοιπους όλα όσα ήξερε για τους προγόνους τους.
“Είμαστε οι Ινουίτ, δηλαδή οι άνθρωποι και εδώ και εννιακόσια χρόνια είμαστε κάτοικοι της αφιλόξενης γης της Γροιλανδίας. Οι πρόγονοί μας ανήκουν στη νομαδική φυλή των Τούλε και ήρθαν σε τούτο τον τόπο από την Αλάσκα το 1300 μ.Χ. Κατάφεραν να επιβιώσουν στις δυσκολότερες συνθήκες δημιουργώντας τα ιγκλού για να μείνουν και κυνηγώντας φώκιες και φάλαινες για να ζήσουν. Από τα ζώα που έπιαναν δεν πέταγαν τίποτα, όλα είναι χρήσιμα για τον άνθρωπο, οτιδήποτε του προσφέρεται απλόχερα από τη μητέρα Γη. Οι πρόγονοί μας έφτιαξαν τα πρώτα έλκηθρα για να μετακινούνται στους πάγους όπως κάνουμε κι εμείς σήμερα. Η δική μας ευθύνη είναι να προστατεύουμε τη φύση που μας φιλοξενεί, τα ζώα που μας ντύνουν και μας γεμίζουν τα στομάχια αλλά και να ενημερώνουμε τους ανθρώπους για τον τόπο, το περιβάλλον και τον σεβασμό σε όλα τα έμψυχα που υπάρχουν στον κόσμο. Γιατί όλες οι ψυχές είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους και είναι οι φύλακες τις ισορροπίας της ζωής και του πλανήτη μας“, ήταν τα λόγια του σοφού σαμάνου.
Ο Έρικ μάζεψε τις πληροφορίες που ήθελε και ετοίμασε τις προμήθειες για το ταξίδι της επιστροφής προς το Νουούκ. Βλέπετε το τελευταίο δίμηνο της αποστολής έφτανε σιγά σιγά στο τέλος του και ο έμπειρος αξιωματικός ήταν ανυπόμονος να επιστρέψει στην γυναίκα και τα παιδιά του και να πάρει επιτέλους την πολυπόθητη απόσπαση σε κάποιο στρατιωτικό γραφείο της χώρας του. Από την άλλη ο Κρίστιαν είχε ενθουσιαστεί πάρα πολύ με τους Ινουίτ και τις ιστορίες τους και μάλιστα μία ήταν εκείνη που του έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση και την έμαθε από μία γριά που συνάντησε στον καταυλισμό. Εκείνη του είπε λοιπόν οτι τα παράξενα φώτα που βλέπουν στον ουρανό, μερικές φορές κατεβαίνουν και χαμηλότερα και από μικρή είχε ακούσει οτι κάτι περίεργο συμβαίνει στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού, στο σημείο δηλαδή που… κατεβαίνουν τα φώτα.
Η επιστροφή
Οι δυο φίλοι χαιρέτησαν τους Ινουίτ που ζούσαν έξω από το Ιλούλισατ και ξεκίνησαν το ταξίδι για το Νουούκ και το αεροδρόμιο. Ο Έρικ ανυπομονούσε για να φύγει την ίδια ώρα που ο Κρίστιαν φαινόταν πολύ σκεπτικός και προβληματισμένος. Το μυαλό του ήταν κολλημένο στις ιστορίες της γριάς και στα φώτα που κατέβαιναν από τον ουρανό και ακουμπούσαν τη γη. Ήθελε να μάθει τι συμβαίνει σε εκείνο το σημείο της Γροιλανδίας και ήθελε να το κάνει εδώ και τώρα αλλά ο Έρικ δεν ήθελε να ακούσει τίποτα. “Ρε παλαβέ θα είσαι εδώ για τα υπόλοιπα δέκα χρόνια της ζωής σου περίπου! Μόλις έρθεις του χρόνου κάνε οτι σου αρέσει αλλά αυτή τη στιγμή το μόνο που με νοιάζει είναι να γυρίσω σπίτι μου” απάντησε κάποια στιγμή ο έμπειρος αξιωματικός στον Κρίστιαν, ο οποίος του ζήτησε να πάνε να δούνε τι είναι αυτό που έλεγε η γριά Ινουίτ.
“Τι να σου πει η γριά μωρέ; Ξεμωράθηκε και η κούτρα της κατεβάζει οτι να ‘ναι! Ξεκόλλα σου λέω!” είπε αυστηρά ο Έρικ και σταμάτησε το έλκηθρο για να ξεκουραστούν και να ανάψουν φωτιά για το βράδυ. Σε δυο μέρες το πολύ θα έφταναν στο Νουούκ και από εκεί θα έπαιρναν το αεροπλάνο για να γυρίσουν πίσω στη Δανία. Περιμετρικά της σκηνής των δύο αντρών απλωνόταν η άγρια γη της Γροιλανδίας, κοφτεροί πάγοι και παγίδες της φύσης ανάμεσα στο μαλακό χιόνι και τους παγετώνες. Ο Έρικ κοιμήθηκε σχετικά νωρίς γιατί ήθελε να περάσει γρήγορα η ώρα και να έρθει το ξημέρωμα που θα τον φέρει μια μέρα πιο κοντά στο σπίτι του. Από την άλλη όμως ο Κρίστιαν είχε άλλα σχέδια…
Ο πρωινός ήλιος φώτισε απ’ άκρη σ’ άκρη το λευκό τοπίο και η αντανάκλαση του στον πάγο έφτανε μέχρι το πρόσωπο του Έρικ, ο οποίος είχε αρχίσει να ιδρώνει και στριφογύριζε ενοχλημένος. Κάποια στιγμή δεν άντεξε και άνοιξε τα μάτια του μόνο και μόνο για να δει το φερμουάρ της σκηνής ανοιχτό και να καταλάβει οτι από εκεί έμπαινε το φως που τον ξύπνησε. “Ρε βλάκα γιατί άφησες το φερμουάρ ανοιχτό;” φώναξε ασυναίσθητα στον Κρίστιαν αλλά δεν πήρε καμία απάντηση. Σηκώθηκε γρήγορα και ντύθηκε, φόρεσε τις μπότες του και βγήκε έξω από τη σκηνή. Γούρλωσε τα μάτια του έκπληκτος από το θέαμα που αντίκρυσε! Το έλκηθρο, τα σκυλιά και ο Κρίστιαν είχαν εξαφανιστεί! “Δεν μπορεί να το έκανε αυτό το πράγμα” μονολογούσε ο Έρικ κοιτάζοντας το ατέλειωτο άσπρο που εκτεινόταν μπροστά του. Αν όντως έγινε αυτό που υποψιαζόταν τότε κινδύνευε να μείνει μόνος κι έρμος στην ερημιά της Γροιλανδίας και να πεθάνει μέσα στο κρύο. Το Νουούκ απείχε τουλάχιστον 25 χιλιόμετρα και ήταν απίθανο να καταφέρει να φτάσει με τα πόδια αφού η διαδρομή που έπρεπε να κάνει περνούσε μέσα από βουνά και δεν θα προλάβαινε να φτάσει στην πόλη πριν τον βρει το βράδυ και τον σκοτώσουν οι πολικές θερμοκρασίες. Ακόμα κι αν είχε αρκετές προμήθ… “Αμάν! Οι προμήθειες!” φώναξε ο Έρικ τρέχοντας να μπει και πάλι μέσα στη σκηνή, για να ανακαλύψει στην άδεια γωνιά του φαγητού και του νερού ένα σημείωμα. Έπεσε στα γόνατά του απογοητευμένος και πήρε στα χέρια του το χαρτί…
“Έρικ ξέρω οτι είσαι θυμωμένος και οτι αυτή τη στιγμή που διαβάζεις το γράμμα δεν θα μπορέσεις να με καταλάβεις αλλά οφείλω να σου εξηγήσω το λόγο που έφυγα και πήρα όλες τις προμήθειες μαζί μου. Όπως σου είπα και τις προηγούμενες μέρες δεν μπορούσα να γυρίσω πίσω στο σπίτι και να περιμένω έναν ολόκληρο χρόνο για να δω αν είναι αλήθεια αυτό που μου είπε η γριά στον καταυλισμό των Ινουίτ. Έτσι αποφάσισα να πάω να το εξακριβώσω και επειδή δεν θα έκανα καμία στάση για ανεφοδιασμό πήρα όλες τις προμήθειες μαζί μου. Γιατί αυτό που κάνω είναι το πεπρωμένο μου φίλε μου! Τα φώτα που είδε η γριά δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο εκτός από εξωγήινους και εγώ θα είμαι ο πρώτος που θα έρθει σε επαφή μαζί τους! Το φαντάζεσαι; Ο Κρίστιαν, ο αξιωματικός των δανέζικων ειδικών δυνάμεων, ο άνθρωπος που τόλμησε να ταξιδέψει μόνος του όλη τη Γροιλανδία και να μιλήσει με τους εξωγήινους! Φοβερό έτσι δεν είναι φίλε μου;
Η θυσία που πρέπει να κάνεις δεν θα είναι χωρίς αντίκρισμα. Σου υπόσχομαι οτι θα μοιραστώ τη δόξα μαζί σου, με σένα φίλε μου Έρικ! Όλοι θα μιλάνε για τους ήρωες από τη Δανία, αυτούς που ξεπέρασαν σε φήμη ακόμα και τους φοβερούς και τρομερούς Βίκινγκ. Θα γίνουμε θρύλοι Έρικ! Θα μιλάνε για μας όσο υπάρχουν ανθρώπινες γλώσσες, θα γράφουν ιστορίες για μας όσο υπάρχουν χέρια για το κάνουν, θα μείνουμε ξακουστοί για όσα χρόνια κι αν περάσουν! Γι’ αυτό σου λέω φίλε μου, μην μου θυμώνεις και μη στενοχωριέσαι. Τι είναι λίγος πόνος μπροστά σε τόση δόξα φίλε μου!
Εις το επανιδείν και καλή αντάμωση στους ουρανούς, φίλε μου Έρικ“
(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι τοποθεσίες είναι τυχαία, εκτός από συγκεκριμένες πόλεις και χώρες που αναφέρονται στο κείμενο)
ΖΕΥΣ