Έφτιαξε ακόμα ένα μπακάρντι με κόκα κόλα και το πάσαρε στον σερβιτόρο, του έκλεισε το μάτι συνθηματικά και του έκανε νόημα να το πάει στο τραπέζι με το νούμερο έντεκα. Εκεί καθόταν ο Ρώσος μεγιστάνας, Ντίμα Βαρούνοφ, ο οποίος έφτασε στο υπερπολυτελές καζίνο τελευταίος από τους καλεσμένους. Η νόμιμη βιτρίνα του ήταν το εμπόριο τροφής για κτηνοτρόφους αλλά το “κανονικό” του επάγγελμα ήταν να… καθαρίζει όλους όσους ενοχλούν αυτόν και τους πελάτες του. Όχι τους νόμιμους φυσικά αλλά εκείνους που αγόραζαν την πρώτης τάξεως κοκαΐνη που πουλούσε στην ανατολική Ευρώπη. Το “Λευκό Σπίτι” που είχε κατασκευάσει ο Ντίμα στη Σιβηρία ήταν το μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής της λευκής σκόνης σε ολόκληρο τον κόσμο, άλλωστε το στρατόπεδο που υπήρχε γύρω από αυτό αποδείκνυε και του λόγου το αληθές.
Ο ψιλόλιγνος νεαρός σερβιτόρος πλησίασε το τραπέζι με το νούμερο έντεκα και κάνοντας μια ελαφριά υπόκλιση άφησε το ποτό μπροστά από τον Ντίμα και του είπε: “Κύριε Βαρούνοφ δεχτείτε αυτό το κέρασμα από τον οικοδεσπότη. Θα ήθελε να ξέρετε οτι σας είναι βαθιά ευγνώμων που καταφέρατε και παρευρεθήκατε στην αποψινή βραδιά” και κάνοντας με κομψό τρόπο μεταβολή αποχώρησε από το σημείο. Ο Ρώσος μεγιστάνας αφού κοίταξε καλά καλά το ποτό που του πήγαν, χαμογέλασε και το ρούφηξε μονομιάς. Ύστερα σήκωσε το χέρι του και έκανε νόημα να του φέρουν ένα μπουκάλι βότκα, ανάβοντας παράλληλα το κουβανέζικο πούρο που του έδωσαν όταν μπήκε στην κεντρική σάλα.
Καθώς φυσούσε τον καπνό αφηρημένα, κοίταζε τους υπόλοιπους καλεσμένους και γνώρισε κάμποσους από αυτούς. Στα δεξιά του, στο τραπέζι με το νούμερο είκοσι πέντε, καθόταν ο “βασιλιάς” της διαστημικής τεχνολογίας, ο Κάλβιν Γκρούμπε. Αυτή η διάνοια από τη Γερμανία ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έφτιαξε ιδιωτικό διαστημικό σταθμό, ανοιχτό για το κοινό -για όποιον φυσικά μπορούσε να πληρώσει το αντίτιμο για το ταξίδι- αλλά και αυτός που… νοικιάζει τους χιλιάδες δορυφόρους του σε κράτη και ισχυρές οργανώσεις. Οι… κακές γλώσσες ήθελαν τον Γκρούμπε να έχει “σηκώσει” περισσότερους από πέντε χιλιάδες δορυφόρους γύρω από τη Γη με σκοπό να παρακολουθούν και να καταγράφουν τα πάντα και παντού, κάθε ώρα και στιγμή διαλύοντας κάθε έννοια ιδιωτικότητας για την ανθρωπότητα.
Λίγο πιο μπροστά, στο τραπέζι με το νούμερο τέσσερα, καθόταν η μαντάμ Σουζλέν και έδειχνε να απολαμβάνει την παρέα δύο νεαρών αντρών στο πλάι της. Γελούσε δυνατά και τράβαγε πάνω της όλη την προσοχή της αίθουσας, αν μη τι άλλο ένα πράγμα το οποίο ήξερε να το κάνει καλά. Δεν είχε περάσει άλλωστε και μεγάλο χρονικό διάστημα από τότε που έδωσε συνέντευξη στα κανάλια και ενημέρωσε όλον τον πλανήτη για τον κίνδυνο της έξαρσης του νέου ιού που έκανε την εμφάνισή του στη νοτιοδυτική Αφρική. Λίγους μήνες μετά η ανθρωπότητα αντιμετώπιζε μια καινούργια πανδημία και άπαντες “κρεμόντουσαν” από τα χείλη της μαντάμ Σουζλέν, η οποία μία φορά τη βδομάδα παρέδιδε συνέντευξη στους δημοσιογράφους κατά την οποία τους ενημέρωνε για κάθε εξέλιξη σχετικά με την πανδημία. Και όταν ήρθε η ώρα να βγουν τα εμβόλια και τα άλλα φάρμακα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του νέου ιού, πάλι εκείνη ήταν που καθόρισε τις τιμές για την παγκόσμια αγορά αποδεικνύοντας οτι είναι, ίσως, η ισχυρότερη γυναίκα πάνω στη Γη.
“Κι άλλο ποτό! Φέρτε μας κι άλλο ποτό!” φώναζαν σαν ασυγκράτητοι πιτσιρικάδες δύο παχουλοί, μεσήλικες άντρες από το τραπέζι με το νούμερο τριάντα τρία. Ήταν ο Μάρκ Λάινερ και ο Άνταμ Τρέβορ, οι άρχοντες των μίντια και του διαδίκτυου. Ο Μάρκ ήταν ιδιοκτήτης του μεγαλύτερου ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού στις ΗΠΑ και έλεγχε σχεδόν τα πάντα σε τηλεόραση και ραδιόφωνο σε όλη την ήπειρο. Από την άλλη ο Άνταμ αποτελούσε γκουρού των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και όποιος διάσημος ήθελε να “φτιάξει” την εικόνα του στο χώρο του διαδίκτυου έπρεπε να απευθυνθεί στον ίδιο. Ήταν ο πιο διάσημος άνθρωπος πάνω στη Γη, πιο γνωστός και από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, από έναν αστέρα της μουσικής ή του αθλητισμού, ο Άνταμ Τρέβορ ήταν αυτό που ήθελε να γίνει ο μέσος Γήινος σήμερα. Είχε δόξα, φήμη και χρήμα γρήγορα και εύκολα, με κάμποσα εκατομμύρια “κλικ” από ανθρώπους που για να πάρουν τον πενιχρό μισθό τους έπρεπε να δουλεύουν δωδεκάωρο, επτά μέρες τη βδομάδα.
Ο Ντίμα έσταξε τη στάχτη από το πούρο στο κρυστάλλινο τασάκι και ήπιε ένα σφηνάκι κρύα, παγωμένη βότκα. Άπλωσε στο τραπέζι μία γραμμή από την καλύτερη και πιο καθαρή κοκαΐνη που υπάρχει στον πλανήτη και αφού πρώτα δίπλωσε ένα χαρτονόμισμα των πεντακοσίων ευρώ για να το κάνει σαν καλαμάκι, ύστερα το έβαλε στο ρουθούνι του, έσκυψε και ρούφηξε μονομιάς τη γραμμή απ’ άκρη σ’ άκρη. Σήκωσε απότομα το κεφάλι του και χαμογέλασε πλατιά, σκούπισε λίγα υπολείμματα από την άσπρη σκόνη που είχαν μείνει στη μύτη του και άναψε και πάλι το πούρο. Κοίταζε τη μεγάλη σκηνή στο κέντρο της σάλας, ένας πιανίστας συνόδευε με τις μελωδίες του τον κόσμο που είχε έρθει στο καζίνο σήμερα και δίπλα του μία όμορφη, μελαχρινή γυναίκα ερμήνευε σε χαλαρό τόνο τραγούδια από το ρεπερτόριο της όπερας. Πίσω από την σκηνή καθόταν ένας άντρας που μόλις τον αντίκρυσε ο Βαρούνοφ αναστατώθηκε τόσο που άρπαξε το μπουκάλι της βότκας και κατέβασε μια μεγάλη ρουφηξιά, όπως κάνει ένας ιδρωμένος και κουρασμένος εργάτης το κατακαλόκαιρο πίνοντας παγωμένο νερό.
Ήταν ο Χούο Μιν Σιού από την Κίνα, ο μεγαλύτερος κατασκευαστής όπλων στον πλανήτη. Αυτό όμως που έκανε ιδιαίτερη την περίπτωση του Κινέζου ήταν οτι πούλαγε παράνομα σε κράτη και ιδιώτες, πυρηνικές κεφαλές που έφτιαχνε ο ίδιος και μάλιστα οι δικές του είχαν περίπου δεκαπλάσια ισχύ από τις “κανονικές“. Ο λόγος που ο Ντίμα Βαρούνοφ μισούσε τον άντρα που καθόταν στο τραπέζι με το νούμερο εννέα ήταν τόσο αστείος όσο και επικίνδυνος. Ο Ρώσος μεγιστάνας ήθελε να είναι εκείνος το πιο “κακό” αγόρι του κόσμου και ο Χούο Μιν Σιού του χάλαγε τα σχέδια με τη φήμη που είχε αποκτήσει κι ας… ψώνιζε ο ένας από τον άλλο. Άλλο οι μπίζνες κι άλλο ο εγωισμός…
Λίγο πιο δίπλα, στο τραπέζι με το νούμερο πενήντα, ήταν καθισμένη μία πολύ εντυπωσιακή γυναίκα με κόκκινα μαλλιά, η οποία φορούσε ένα μακρύ, πράσινο φόρεμα γεμάτο διαμαντάκια μεγάλης αξίας. Ήταν η ακριβοθώρητη κυρία Φερχάτ Ραντίγια ή αλλιώς “Η Βασίλισσα” όπως και “Η Παντοτινή“… Ήταν κάμποσα τα παρατσούκλια που είχαν δημιουργηθεί για αυτή την ογδοντάχρονη γυναίκα, η φήμη της ήταν τέτοια που θα τη ζήλευαν βασιλιάδες και στρατηλάτες των αρχαίων χρόνων. Πριν καν κλείσει τα είκοσι της χρόνια, η Φερχάτ είχε ήδη προσληφθεί από τις μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ για τις εκπληκτικές της ικανότητες στην χειραγώγηση των ανθρώπων και το ταλέντο της στην στρατηγική και τον αντιπερισπασμό τόσο στο πεδίο της μάχης όσο και σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο.
Με τα χρόνια “Η Βασίλισσα” κατάφερε να δημιουργήσει έναν πολύ κλειστό κύκλο με άριστα εκπαιδευμένους ανθρώπους τόσο στα όπλα όσο και στην τεχνολογία και την επιστήμη, έγινε ένα πρόσωπο απαραίτητο σε όλους τους ισχυρούς πολιτικούς, στρατιωτικούς, τρομοκράτες, θρησκευτικούς ηγέτες. Όλοι όσοι ήθελαν να επηρεάσουν τις μάζες για προσωπικό όφελος απευθύνονταν στην Φερχάτ. Δολοφονίες, σαμποτάζ εταιριών, κατασκοπεία, σκηνοθετημένα περιστατικά για συγκεκριμένο αποτέλεσμα, αυτό που επιθυμούσε κάθε φορά ο πελάτης. Η κυρία Ραντίγια ήταν ο καλύτερος σύμμαχος που μπορούσε να έχει ο οποιοσδήποτε από εκείνους τους πλούσιους και τους ισχυρούς ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθεί στο υπερπολυτελές καζίνο.
Ξαφνικά η μουσική σταμάτησε και τα φώτα της κεντρικής σάλας χαμήλωσαν. Ο πιανίστας και η τραγουδίστρια αποχώρησαν από τη σκηνή ενώ δύο τεράστιοι τύποι πήραν το πιάνο και το πήγαν σε άλλη αίθουσα. Τότε ήταν που όλα τα φώτα έκλεισαν εντελώς, όλος ο χώρος είχε σκοτεινιάσει και το μόνο που μπορούσε να διακρίνει κανείς ήταν οι οθόνες των κινητών τηλέφωνων και οι καύτρες από τα πούρα των θαμώνων. Ένας προβολέας άναψε και φώτισε τη σκηνή, εκεί που είχε τοποθετηθεί ένα μεγάλο αντικείμενο, μάλλον στρογγυλό όπως πρόδιδε το σχήμα που είχε πάρει το πανί που το κάλυπτε. Αμέσως μετά άναψαν και τα φώτα της μεγάλης σκάλας και όλα τα βλέμματα στράφηκαν στον οικοδεσπότη της βραδιάς που τις κατέβαινε μαζί με τη γυναίκα του. Ήταν ο σερ Ρόμπερτ Γουίνινγκτον και η λαίδη Άνναμπελ Χαρτ, ένα νεαρό ζευγάρι από το Ηνωμένο Βασίλειο με αμύθητη περιουσία και καταγωγή από τους πρώτους βασιλιάδες της χώρας. Αν και άγνωστος στο ευρύ κοινό, ο σερ Γουίνινγκτον θεωρείται ένας από τους ισχυρότερους άντρες που έζησαν ποτέ στη Γη γιατί εκτός από τα χρήματα και τη δόξα κατείχε και τη γνώση.
Ο πραγματικός θησαυρός που βρήκε από τους προγόνους του ήταν όλα εκείνα τα βιβλία και τα πρωτότυπα έγγραφα που βρίσκονται στην προσωπική του βιβλιοθήκη. Και επειδή έτυχε να είναι απόγονος των πρώτων βασιλιάδων της Αγγλίας, κληρονόμησε όλα εκείνα τα υπερπολύτιμα και σπάνια χειρόγραφα και ημερολόγιά που είχαν γράψει, πράγματα άγνωστα για τους κορυφαίους ιστορικούς του πλανήτη, αλλά και επικίνδυνα για την θρησκεία και την πίστη. Αυτός ήταν ο οικοδεσπότης όλων αυτών των σημαντικών ανθρώπων και χωρίς να χάσει πολύ χρόνο προχώρησε προς τη σκηνή, πήρε το μικρόφωνο στα χέρια του και στάθηκε δίπλα από το μεγάλο, στρογγυλό αντικείμενο.
“Αγαπητοί κύριοι και κυρίες αρχικά θα ήθελα να εκφράσω προς όλους την ευγνωμοσύνη μου για την τιμή που μου κάνατε και δεχτήκατε την πρόσκλησή μου. Νιώθω πάρα πολύ όμορφα όταν περιτριγυρίζομαι από τόσο σημαντικούς και ισχυρούς ανθρώπους, πιστεύω οτι όλοι εδώ μέσα αναπνέουμε διαφορετικό αέρα από τους υπόλοιπους εκεί έξω. Και είμαι βαθύτατα συγκινημένος από την ανταπόκρισή σας στο σημερινό κάλεσμα που αφορά τη μεγάλη δημοπρασία που θα κάνουμε σε πολύ λίγο. Ο σκοπός αυτής της δημοπρασίας είναι να μαζέψουμε χρήματα για τη δημιουργία ενός ιδρύματος που θα ασχολείται με την επίλυση προβλημάτων του περιβάλλοντος, της ανθρωπότητας και του διαστήματος. Η ελίτ αυτού του κόσμου στην υπηρεσία του πλανήτη“, ήταν τα πρώτα λόγια του σερ Γουίνινγκτον ο οποίος έκανε μια παύση και καταχειροκροτήθηκε από τους καλεσμένους που είχαν γεμίσει ασφυκτικά την αίθουσα.
Αφού έκανε μια υπόκλιση προς όλους συνέχισε: “Πριν ξεκινήσουμε τη δημοπρασία όμως θα ήθελα να σηκώσουμε όλοι τα ποτήρια μας και να πιούμε για το καλό της ανθρωπότητας και της μητέρας Γης. Ήδη οι σερβιτόροι σας έχουν γεμίσει τα ποτά σας, δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο αλλά είναι συμβολικό για να τιμήσω τους προγόνους μου. Υδρόμελο κύριοι και κυρίες! Ένα απλό ποτό που συντρόφευσε τόσους και τόσους ανθρώπους στις γιορτές και τις λύπες, στη μάχη και τον έρωτα, σε τούτο και στον άλλο κόσμο. Ένα ταπεινό βήμα για το ξεκίνημα ενός μεγαλειώδους εγχειρήματος“.
Ο σερ Ρόμπερτ έκανε μια χαρακτηριστική κίνηση με το χέρι του και το πανί σηκώθηκε από τη θέση του αποκαλύπτοντας από κάτω μια τεράστια, σμαραγδένια υδρόγειο! Η λεπτομέρειες των βουνών και των θαλασσών ήταν μοναδικές ενώ περιμετρικά, εκεί που βρίσκονται οι μεσημβρινοί, ήταν χαραγμένα κάποια νούμερα που μόνο αν πλησίαζε κανείς μπορούσε να τα διακρίνει. Ήταν ο αριθμός 5094251133…
“Ας πιούμε λοιπόν στην υγειά μας! Ζήτω η ανθρωπότητα! Ζήτω!” φώναξε ο σερ Γουίνινγκτον και σήκωσε ψηλά το ποτήρι του παρασέρνοντας και τους υπόλοιπους μέσα στη μεγάλη σάλα. “Ας μείνουμε όσοι επιλεχθήκαμε από τον Θεό για τη σωτηρία της Γης. Οι εκλεκτοί της ανθρωπότητας πρώτα θα βιώσουν τη φρίκη και μετά τη χαρά και την ευτυχία” και με το που τέλειωσε τα λόγια του ο σερ Ρόμπερτ, ο προβολέας που τον φώτιζε έσβησε και δυο τεράστιοι πολυέλαιοι άναψαν σχεδόν ταυτόχρονα κάνοντας την ατμόσφαιρα να μοιάζει σαν να βρίσκεσαι σε κάστρο το μεσαίωνα. Ξαφνικά ένας ένας οι καλεσμένοι άρχισαν να βήχουν, άλλοι ξερνούσαν αίμα και άλλοι φώναζαν και έκλαιγαν σαν μικρά παιδιά. Όλοι τους είχαν δηλητηριαστεί από κάτι που είχε μέσα το υδρόμελο και μετά από λίγα λεπτά δεν είχε μείνει κανένας ζωντανός.
Κανένας; Όχι ακριβώς γιατί οι “εκλεκτοί” καλεσμένοι του σερ Γουίνινγκτον έμειναν αποσβολωμένοι στα τραπέζια τους να κοιτάζουν το μακάβριο θέαμα με το στόμα ανοιχτό. Ποιοι ήταν; Ήταν αυτοί που κληρονόμησαν τη Γη και την ανθρωπότητα…
(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι τοποθεσίες που αναφέρονται σε αυτό είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)
ΖΕΥΣ