Ξεκινάω να γράψω σήμερα και δεν ξέρω ποιο θέμα να πρωτοπιάσω. Σίγουρα θα γράψω για την “επέλαση” του covid στο Αιτωλικό, αλλά τι να πω και γι΄’αυτό;
Στο Αιτωλικό υπάρχει σήμερα μια πρωτόγνωρη ηρεμία στα μαγαζιά, στις καφετέριες, στο λιμανάκι, στη λαϊκή. Και όλοι φοράνε μάσκα. Ακόμα κι αυτοί που δεν είχαν φορέσει ποτέ…
Γιατί δεν είχαν φορέσει θα μου πεις… Και δε θα ξέρω τι να σου απαντήσω.
Σε όλη την πανδημία οι περισσότεροι έδειξαν μια αλαζονική, ίσως, στάση. Δεν ξέρω αν είναι ακριβώς αλαζονική, πάντως σίγουρα θεωρούσαν ότι είναι αλώβητοι, ότι ο ιός δεν τους ακουμπά. Αν, δηλαδή, πίστευαν στον ιό. Γιατί υπήρχαν κι αυτοί οι συμπολίτες μας, που αν δεν τους χτυπούσε τελικά την πόρτα, ακόμα θα έλεγαν “σιγά, μια γρίπη είναι”.
Δε θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα θρήσκο, αλλά πραγματικά πιστεύω στο Θεό και πηγαίνω στην εκκλησία όταν νιώθω ότι θέλω να πάω.
Δεν πιέζω τα παιδιά μου να πάμε κάθε Κυριακή εκκλησία, ούτε να κοινωνήσουν αν δε θέλουν καθόλου.
Δε θέλω να τα πιέζω για κάτι που ακόμα δεν έχουν καταλάβει ουσιαστικά.
Αυτό που κάνω είναι να τους μιλάω για την πίστη, να τους μιλάω για το Θεό, το χριστιανισμό, να τους μιλάω για την προσευχή, για την αγάπη στο συνάνθρωπο, για την αγάπη σε όλους χωρίς διακρίσεις, για την συμπόνοια, την αλληλεγγύη, την αποδοχή της διαφορετικότητας. Χωρίς φανατισμούς και αφορισμούς.
Δεν μπορώ να τους εξηγήσω, όμως, γιατί δεν πήγαμε στον επιτάφιο και στην Ανάσταση δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, “αφού όλοι οι άλλοι πάνε, ρε μαμά”!
Δεν μπορώ να τους εξηγήσω γιατί εμείς πρέπει να φοράμε μάσκα όταν κυκλοφορούμε, ενώ οι άλλοι πηγαίνουν εκκλησία χωρίς μάσκα.
Δεν μπορώ να τους εξηγήσω γιατί εμείς δεν κοινωνάμε, ενώ οι άλλοι θα κοινωνήσουν κανονικά.
Δεν μπορώ να τους εξηγήσω ότι και για μας είναι πολύ σημαντική η Ανάσταση και γενικά η Μεγάλη Εβδομάδα κι ας μην πάμε εκκλησία.
Δεν μπορώ να τους εξηγήσω ότι πρέπει να προστατεύσουμε αυτούς που κινδυνεύουν να νοσήσουν βαριά, όταν βλέπουν παππούδες και γιαγιάδες να μπαίνουν κατά ομάδες μέσα στην εκκλησία για να προσκυνήσουν.
Είχα γράψει τον Ιανουάριο ένα άρθρο για τα “παράνομα Θεοφάνεια” και έλεγα πόσο δύσκολο είναι να προσεγγίσεις το θέμα της θρησκείας με νηφαλιότητα, πόσο δύσκολο είναι να είσαι ανοιχτός σε συζήτηση, ανοιχτός στην αντίθετη άποψη.
Θα καθίσω και θα ακούσω και θα δεχτώ ό,τι έχεις να μου πεις για την βαθιά πίστη σου και την ανάγκη σου να εκκλησιαστείς, να κοινωνήσεις, να προσκυνήσεις τις εικόνες στο ναό. Εσύ, όμως, γιατί μου βάζεις την ταμπέλα ότι δεν πιστεύω αρκετά, ότι δεν πιστεύω πραγματικά, επειδή “καταπίνω” την ανάγκη μου για χάρη του συνανθρώπου μου;
Η δική μου οικογένεια δε θέλει να κάνει Πάσχα;
Η δική μου οικογένεια δε θέλει να πάει στην εκκλησία, να νιώσει τις άγιες μέρες;
Διάβασα την ανάρτηση της Αστέρως και πραγματικά πιστεύω ότι το έχει προσεγγίσει πάρα πολύ σωστά. Και κυρίως νηφάλια και χωρίς κριτικές και ανούσιες επιθέσεις.
Γράφει, λοιπόν, η Αστέρω ότι “ο σεβασμός στη ζωή των άλλων και τη σωματική τους υγεία είναι χριστιανικό καθήκον, που απορρέει από την αγάπη προς τον συνάνθρωπο, που τη διδάσκει ο ίδιος ο Κύριος! Όταν ο Κύριος όρισε την αγάπη στο Θεό ως την «πρώτη και πιο μεγάλη εντολή» πρόσθεσε: Δεύτερη, το ίδιο σπουδαία μ” αυτήν είναι «Να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου» (Ματθ. 22: 38-39).”
(…) Εμείς λοιπόν “οι αμαρτωλοί” που προστατεύσαμε τους συνανθρώπους μας κάνοντας συνεχώς τεστ, προγραμματίζοντας το εμβόλιο ή μη πηγαίνοντας στην Εκκλησία … μη προσκυνώντας τις εικόνες και τον Επιτάφιο φέτος (όπως και πέρυσι) μαντέψτε!!!! Δεν είμαστε λιγότερο χριστιανοί! Καλό θα ήταν η αγάπη για το Θεό και το Χριστό, καθώς και για το συνάνθρωπο να βρίσκεται πρωτίστως μέσα μας……
Ας προσπαθήσει η Εκκλησία μας να βοηθήσει στη θεραπεία των δυνάμεων της ψυχής -που αυτός είναι και ο ρόλος της- και ας αφήσει την ιατρική επιστήμη να φροντίζει για την υγεία του σώματος…. Μπας και ποτέ καταφέρουμε “το νους (ψυχή θα πω εγώ) υγιής εν σώματι υγιεί”“.
Δε θα κατηγορήσω κανέναν για την κατάσταση. Γιατί πρέπει να μάθουμε να συγχωρούμε και τα λάθη. Ας ελπίσουμε μόνο τα λάθη αυτά να είναι αναστρέψιμα. Καλή δύναμη.
Βάσω Ζ. Νικολογιάννη