Ένα από τα μεγάλα ανεξήγητα μυστήρια της φύσης είναι η μεταμόρφωση, αυτή η εκπληκτική διαδικασία την οποία περνούν οι πεταλούδες μέχρι να φτάσουν στην τελική τους μορφή, αυτή με την οποία τις γνωρίζουμε. Η μεταμόρφωση βασίζεται σε τέσσερα στάδια ζωής κατά την οποία το έντομο αποκτά κάθε φορά και διαφορετική όψη. Το εμβρυϊκό στάδιο υπό τη μορφή αβγού είναι το πρώτο, η προνύμφη ή κάμπια το δεύτερο, το κουκούλι το τρίτο και η πεταλούδα το τελευταίο στάδιο. Αν μη τι άλλο μια καθόλα εντυπωσιακή διαδικασία που είχαμε την τύχη να τη γνωρίσουμε από τα βιβλία στο σχολείο και από τα ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση.

Στους ανθρώπους δεν υπάρχει η μεταμόρφωση, όχι με την κυριολεκτική έννοια της λέξης. Ακόμα και οι υπερήρωες έχουν δημιουργηθεί για να μοιάζουν με μας ή ακόμα καλύτερα να είναι “εμείς” με κάποιες υπερδυνάμεις, είτε διαγαλαξιακές είτε… ζωικές. Για παράδειγμα ο Σούπερμαν έχει εξωγήινες δυνάμεις ενώ ο Σπάιντερμαν έχει εκείνες της αράχνης. Κανένας όμως δεν μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο εκτός από τη Μιστίκ των Χ-ΜΕΝ για παράδειγμα, η οποία όμως αποφασίζει κάθε φορά να πάρει τη μορφή άλλου ανθρώπου ή μεταλλαγμένου και όχι κάποιου ζώου ή αντικείμενου. Από τους διάσημους υπερήρωες τουλάχιστον, αυτούς που γνωρίζουν και έχουν ταυτιστεί οι περισσότεροι άνθρωποι στη Γη, κανένας δεν μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο μη ανθρώπινο.

Η μεταμόρφωση στους ανθρώπους μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα στην ψυχή και το μυαλό τους. Η “πλύση εγκεφάλου” είναι φυσικά μια πολύ ισχυρή μορφή ριζικής αλλαγής στη συμπεριφορά, στα πιστεύω, στη σκέψη ενός ατόμου. Όταν μπορείς να πάρεις την κοσμοθεωρία ενός ανθρώπου και να την κάνεις σμπαράλια κι ύστερα να του… σερβίρεις κάτι νέο που το καταπίνει αμάσητο και αποφασίζει οτι του κάνει, τότε ναι, αυτό είναι πραγματική μεταμόρφωση. Δεν χρειάζεται να έχεις τέσσερα μάτια και πέντε πόδια για να γίνεις κάτι άλλο, αρκεί να προσαρμοστείς στο “νέο” που έρχεται -αν δεν ήρθε ακόμη-…

Σου αρέσει η βόλτα, το ποτό, η μουσική, τα ταξίδια, να κάθεσαι αργά το βράδυ σε ένα παγκάκι και να μετράς αστέρια, να αράζεις στην αμμουδιά της παραλίας και να χαζεύεις την αδάμαστη θάλασσα μπροστά σου. Όλα αυτά σου αρέσουν και σίγουρα έχεις κι άλλες τέτοιου είδους προτιμήσεις. Είναι όλα αυτά που δεν έχεις στη ζωή σου εδώ και ενάμιση χρόνο περίπου. Υποχρεωτικά, ούτε ερωτήσεις, ούτε δημοψηφίσματα, ούτε τίποτα. Κάποτε έβγαινες στο δρόμο και φώναζες για τη σύνταξη που παίρνεις κουτσουρεμένη λες και στη χαρίζουν και δεν την έχεις πληρωμένη. Πορείες διαμαρτυρίας για το εργασιακό, για την εκπαίδευση, την υγεία και χίλια δυο, άλλα σωστά και άλλα αποκλειστικά και μόνο με πολιτική σκοπιμότητα.

Τώρα που “συνθλίβεται” και “συρρικνώνεται” η ζωή σου και οι χαρές αυτής, τώρα τι γίνεται; Άχνα… Δεν γίνεται τίποτα απολύτως και όχι επειδή όλοι είναι ευχαριστημένοι από αυτό που ζούμε αλλά επειδή είναι τόσο πολύ απογοητευμένοι. Κουρασμένοι, παραδομένοι, ηττημένοι…

Και αρχίζεις και βλέπεις σιγά σιγά τη μεταμόρφωση σε έναν κόσμο που δεν έπρεπε να υπάρχει γιατί στο… σύμπαν των ανθρώπων αυτή η διαδικασία είναι κόντρα στη φύση του είδους. Σάββατο βράδυ κάθομαι δίπλα στον Αντρέα με άλλα δυο άτομα και κουβεντιάζουμε. Κάποια στιγμή μου λέει η Ντόρα να κοιτάξω προς τα πίσω στα σκαλιά των Ταξιαρχών. Είναι αραδιασμένα τέσσερα-πέντε πιτσιρίκια και κάθονται το ένα δίπλα στο άλλο, όλα κοιτάζουν τα κινητά τους και όλα φοράνε τις μάσκες τους.

Στο ίδιο μήκος κύματος και το άλλο παράδειγμα. Ήμουν στην πλατεία, στο μαγαζί της Τζένης -πριν το πουλήσει προφανώς- για να παραδώσω μια παραγγελία. Βγαίνοντας από το μαγαζί είδα μια παρέα από αγοράκια, μέχρι δέκα χρονών ήταν και κάθισαν σε μια γωνιά. Όλα ήταν δίπλα από εκείνο το παιδί με το τάμπλετ και το ένα που είχε τη μπάλα στα χέρια του, παρακαλούσε τα υπόλοιπα να πάνε όλοι μαζί να παίξουν στην πλατεία. Και η απάντηση που πήρε ήταν αδιαφορία και πικρόχολα σχόλια.

Στα δικά μου παιδικά χρόνια, ακόμα κι όταν πρωτοεμφανίστηκαν τα κινητά και οι υπολογιστές, δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Και δεν πέρασαν και πολλά χρόνια από το 2000, μόλις εικοσιένα! Δεν είναι δα και τόσο παλιά, ούτε εκτός τεχνολογικής ανάπτυξης, ίσα ίσα θα έλεγα! Τότε πρωτομπήκαν στην ουσία τα κινητά τηλέφωνα στην καθημερινότητά μας και οι υπολογιστές στα σπίτια μας. Θυμάμαι λοιπόν οτι τσακωνόμασταν για πράγματα χαζά, όπως αρμόζει στην ανέμελη ηλικία ενός παιδιού. Από το τι χρώμα μπάλα θα πάρει ο καθένας, μέχρι ποιον Πάουερ Ρέιντζερ θα διαλέξουμε στα παιχνίδια που παίζαμε μεταξύ μας.

Η μπάλα στην αλάνα ήταν το σήμα κατατεθέν της νεολαίας της χώρας μας από τα χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής και μετά. Τα τελευταία πέντε χρόνια αυτό το υπέροχο “συνήθειο” τείνει να εκλείψει από πάρκα και πλατείες, από γειτονιές και αυλές σχολείων. Αν το καλοσκεφτείτε οι Έλληνες οι φωνακλάδες, αυτοί που βράζει το αίμα τους και δεν βάζουν γλώσσα μέσα, αυτοί που… ανακάλυψαν τη συζήτηση για να μπορούν να μιλάνε με αιτία, αυτή η φυλή της κοινωνικοποίησης… Το ποδόσφαιρο στις αλάνες εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, ήταν -και είναι ακόμα- μέσο βελτίωσης της εξωστρέφειας του κάθε παιδιού που συμμετέχει στο παιχνίδι. Κι όμως κινδυνεύουμε να χάσουμε αυτή την υπέροχη “διαδικασία” και το κακό συμβαίνει τώρα, μπροστά στα μάτια μας.

Υ.Γ.1 Η μεταμόρφωση του ανθρώπου είναι οτι αλλάζει εντελώς τον τρόπο που κοινωνικοποιείται. Άλλο δέκα άτομα σε ένα τραπέζι και άλλο σε μία οθόνη…

Υ.Γ.2 Τελευταίο παράδειγμα. Πατέρας δύο κοριτσιών μου λέει: “Κοίτα μ@λ@κ@ να δεις τι γίνεται με τη μάσκα.. Η μεγάλη μου η κόρη που είναι 9 χρονών ούτε που θέλει να τη βλέπει ενώ η μικρή που είναι 3 δεν πάει πουθενά χωρίς αυτή. Μάλιστα διαλέγει και χρωματιστές και με σχέδια πάνω. Την έχει δει σαν αξεσουάρ”…

Δεν είναι κακή η πρόοδος και η εξέλιξη, ίσα ίσα που αυτό είναι το φυσικό για τον άνθρωπο και για όλα τα υπόλοιπα που τον περιβάλλουν. Το άσχημο είναι να εξαφανίζονται αυτά που δεν μας ενοχλούν ακόμα κι αν νομίζουμε οτι δεν μας είναι απαραίτητα. Χρειαζόμαστε συγκεκριμένα πράγματα για να τραφούμε, να διασκεδάσουμε, να προστατευτούμε… Αυτό δεν σημαίνει οτι πρέπει να διατηρήσουμε μόνο οτι χρειαζόμαστε, ούτε όμως οτι είμαστε υποχρεωμένοι να νοιαστούμε και για τα υπόλοιπα. Καλύτερα να μην νοιάζεσαι παρά να καταστρέφεις.. Για το πρώτο δεν θα σου ζητήσει κανείς ευθύνες, όμως για το δεύτερο πρέπει να λογοδοτήσεις“, -στιγμιαίο-

Μιχάλης Βελτσίστας