Ένα απότομο φρενάρισμα στο πάρκινγκ του μοτέλ “Ο δρόμος“, ήταν αρκετό για να ενοχλήσει το μαλλιαρό σκύλο που καθόταν στο χαλάκι της εισόδου της ρεσεψιόν. Το συμπαθητικό τετράποδο σηκώθηκε βαριεστημένα, γρύλισε στο κόκκινο αυτοκίνητο που μόλις είχε παρκάρει και προχώρησε μέχρι την άλλη άκρη του κτιρίου για να συνεχίσει τον ύπνο του.

Το καμπανάκι που ήταν πάνω απ’ την πόρτα της εισόδου, “έσπασε” την ησυχία του απογεύματος όταν ένα ζευγάρι την έσπρωξε και μπήκε μέσα στο χώρο της υποδοχής. Ήταν ένας ψηλός, μελαχρινός άντρας και μια κοκκινομάλλα και πολύ όμορφη γυναίκα. Εκείνη πλησίασε το τραπέζι της ρεσεψιόν και χτύπησε το κουδουνάκι για να εμφανιστεί ο υπεύθυνος.

Καλησπέρα σας! Πως μπορώ να σας εξυπηρετήσω;“, είπε ένας παχύς και φαλακρός μεσήλικας, ο οποίος εμφανίστηκε από το δωματιάκι που βρισκόταν δίπλα στο τραπέζι της ρεσεψιόν. Ήταν ιδρωμένος και βρώμικος ενώ φορούσε κι ένα λαδί αμάνικο φανελάκι το οποίο είχε κολλήσει πάνω στο λιπαρό του κορμί. Στο ένα του χέρι κρατούσε ένα τσιγάρο που είχε καεί μέχρι τη γόπα και με το άλλο έξυνε με χαρακτηριστική απάθεια τον σβέρκο του, προκαλώντας τον εκνευρισμό του ζευγαριού που είχε απέναντί του.

Θέλουμε δυο δωμάτια, το ένα δίπλα στο άλλο. Το ένα κλειδί θα το δώσεις στην κυρία και το άλλο σε μένα, κατάλαβες; Θα μείνουμε μόνο για σήμερα το βράδυ και αύριο πρωί πρωί θα έχουμε φύγει. Μην μας ενοχλήσεις ούτε εσύ ούτε κανένας άλλος, εντάξει κύριε;“, είπε αυστηρά στον υπεύθυνο του μοτέλ ο άντρας και περίμενε με την χούφτα του ανοιχτή για τα κλειδιά των δύο δωματίων.

Ο αηδιαστικός μεσήλικας γύρισε και κοίταξε το ντουλαπάκι με τα κλειδιά, διάλεξε το “20” και το “21” και τα έδωσε στον δύστροπο τύπο. “Πρέπει να μου αφήσετε μια ταυτότητα ή έστω ένα δίπλωμα οδήγησης για να περάσω τα στοιχεία σας στο σύστημα” και πριν προλάβει να ολοκληρώσει την πρότασή του, η κοκκινομάλλα γυναίκα άνοιξε την τσάντα της, έβγαλε από μέσα το δίπλωμά της και του το έδωσε.

Το ζευγάρι έφυγε από τον χώρο της υποδοχής και κατευθύνθηκε αριστερά προς τις σκάλες του μοτέλ “Ο δρόμος” που οδηγούσαν στον δεύτερο όροφο. Η γυναίκα μπήκε στο δωμάτιο με το νούμερο “20” και ακριβώς δίπλα της θα έμενε ο μελαχρινός άντρας. Την ίδια στιγμή, ο βρώμικος τύπος από την υποδοχή, έμπαινε και πάλι στο δωματιάκι δίπλα από το τραπέζι της ρεσεψιόν. Κάθισε στον ξεχαρβαλωμένο καναπέ που χρησιμοποιούσε σαν κρεβάτι και πήρε το λάπτοπ στην αγκαλιά του. Μπήκε στην αγαπημένη του σελίδα κοινωνικής δικτύωσης και άρχισε να ψάχνει το προφίλ της γυναίκας απ’ το δωμάτιο “20“, ξεκουμπώνοντας παράλληλα το παντελόνι του για να χορτάσει το αρρωστημένο του μυαλό.

Μόλις έπεσε για τα καλά το σκοτάδι της νύχτας, άνοιξε η πόρτα του δωματίου με το νούμερο “21” και ο ψηλός άντρας βγήκε έξω και μπήκε σε εκείνο της γυναίκας. Τράβηξε τις κουρτίνες και έκλεισε τα φώτα ενώ δεν παρέλειψε να βάλει στο πόμολο το ταμπελάκι με το χαρακτηριστικό “Μην ενοχλείτε“…

Α, ο μ@λ@κ@ς ο σαπιοκοιλιάς μου έκανε αίτημα φιλίας! Πόσο λιγούρης Θεέ μου!“, είπε με ψεύτικη αγανάκτηση η κοκκινομάλλα γυναίκα. “Μην ασχολείσαι με αυτόν τώρα. Έχουμε άλλα θέματα που πρέπει να κανονίσουμε και αυτό θα γίνει απόψε“, της είπε σκεπτικός ο δύστροπος άντρας την ώρα που έστριβε ένα τσιγάρο.

Μετά τα μεσάνυχτα

Ένα μαύρο τζιπ μπήκε στο χώρο του πάρκινγκ του μοτέλ “Ο δρόμος“. Σταμάτησε ακριβώς δίπλα από το κόκκινο αυτοκίνητο που είχε έρθει νωρίτερα το απόγευμα. Δυο ψηλοί και γεροδεμένοι άντρες κατέβηκαν απ’ το τζιπ και άρχισαν να εξετάζουν εξονυχιστικά το αμάξι του ζευγαριού που είχε νοικιάσει τα δωμάτια “20” και “21“. Αφού συζήτησαν κάτι μεταξύ τους, ο ένας έβγαλε το κινητό του και κάλεσε έναν αριθμό. “Έλα αφεντικό. Τους βρήκαμε!“…

Ο ήχος από το καμπανάκι που βρισκόταν πάνω απ’ την πόρτα της εισόδου της υποδοχής, ανάγκασε τον βρώμικο μεσήλικα να βγει και πάλι απ’ το δωματιάκι του. Φαινόταν κοιμισμένος και μάλλον η επίσκεψη των δύο αντρών τον είχε ενοχλήσει. Ήταν απότομος στη συμπεριφορά του και προσπάθησε να τους διώξει απ’ το μοτέλ.

Άκουσε ασχημομούρη! Το απόγευμα ήρθε από δω ένα ζευγαράκι. Ήρθε με το κόκκινο αυτοκίνητο που είναι εκεί έξω. Το βλέπεις;“, είπε στον υπεύθυνο του μοτέλ ο ένας από τους δύο άγνωστους άντρες και ταυτόχρονα τράβηξε το σακάκι του και άφησε να φανεί το πιστόλι που είχε στη ζώνη του παντελονιού του. Ο τρομαγμένος -πια- άντρας με το λαδί αμάνικο φανελάκι έγνεψε καταφατικά και χωρίς να χάσει χρόνο τους έδειξε το δίπλωμα της γυναίκας από το δωμάτιο “20“.

Μην μου κάνετε κακό σας παρακαλώ! Αυτοί που ψάχνετε είναι στα δωμάτια “20” και “21”. Ένας ψηλός, μελαχρινός άντρας και μια κοκκινομάλλα. Ορίστε, πάρτε και τα αντικλείδια απ’ τα δύο δωμάτια, μόνο σας παρακαλώ μην με σκοτώσετε!“, έλεγε μισοκλαίγοντας ο άτυχος υπεύθυνος του μοτέλ “Ο δρόμος“.

Μια λάμψη έκανε για μια στιγμή τη νύχτα μέρα και ύστερα οι δύο τύποι με το μαύρο τζιπ, βγήκαν από το χώρο της υποδοχής και προχώρησαν προς τις σκάλες. Ανέβηκαν στο δεύτερο όροφο και κατευθύνθηκαν προς το τέλος του μπαλκονιού εκεί που ήταν τα δωμάτια που τους ενδιέφεραν. Ο ένας στάθηκε δίπλα από την πόρτα με το νούμερο “21” και ο άλλος έβγαλε ένα πιστόλι με έναν σιγαστήρα τοποθετημένο στην κάννη.

Άνοιξε την πόρτα με το κλειδί που πήρε απ’ τη ρεσεψιόν, σιγά σιγά για να μην τον πάρει χαμπάρι ο ένοικος του δωματίου και μπήκε μέσα εντελώς αθόρυβα. Έψαξε στα γρήγορα το χώρο, τσέκαρε και την τουαλέτα μόνο και μόνο για να βεβαιωθεί οτι το μέρος ήταν άδειο. Βγήκε έξω βρίζοντας και φώναξε στον άλλον άντρα “Προχώρα! Στο διπλανό είναι!“. Πήραν τα όπλα στα χέρια τους και ετοιμάστηκαν να μπουκάρουν στο δωμάτιο “20“. Όμως ένας ήχος τους έκανε να κοιταχτούν κι ύστερα να ακουμπήσουν τα κεφάλια τους στην πόρτα για να κρυφακούσουν τι συμβαίνει μέσα.

Ο ήχος απ’ το δωμάτιο “20“… ανάγκασε τον έναν από τους δύο άντρες να κοκκινήσει. Τα βογγητά και οι αναστεναγμοί που ερχόταν από μέσα μαρτυρούσαν οτι κάποιοι έκαναν παθιασμένο έρωτα. Έτσι οι δύο ψηλοί και γεροδεμένοι άντρες από το μαύρο τζιπ, αποφάσισαν να καθυστερήσουν την έφοδο και άναψαν από ένα τσιγάρο. “Ας το χαρούν όσο μπορούν και μετά…“, είπε με νόημα ο ένας. Κάπνισαν με το πάσο τους και μετά από λίγα λεπτά μπήκαν μέσα με το κλειδί που είχαν πάρει απ’ τον υπεύθυνο του μοτέλ. Το νεκρό υπεύθυνο του μοτέλ πια…

Μπαίνοντας στο δωμάτιο “20” μια μεγάλη έκπληξη περίμενε τους δύο άντρες. Στο κρεβάτι δεν ήταν κανένας ενώ το μοναδικό φως του δωματίου ερχόταν από την τηλεόραση. Εκεί έπαιζε μια αισθησιακή ταινία στη διαπασών, μια σκληροπυρηνική τσόντα που τράβηξε τα βλέμματα των δύο αντρών.

Έτσι κανένας δεν πήρε χαμπάρι την πόρτα της τουαλέτας που άνοιξε σιγά σιγά μέχρι που ακούστηκε ο χαρακτηριστικός ήχος του πιστολιού που οπλίζει. Δύο σφαίρες ήταν αρκετές για να πέσουν νεκροί οι δύο τύποι από το μαύρο τζιπ. “Ωραίες βολές!“, είπε στη γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά ο άντρας που είχε κρυφτεί πίσω απ’ το κρεβάτι και μέσα στο σκοτάδι του δωματίου.

Το ζευγάρι βγήκε από το διαμέρισμα με το νούμερο “20” και με γοργό βήμα έφτασε στη ρεσεψιόν. Εκεί αντίκρυσαν το πτώμα του υπεύθυνου του μοτέλ “Ο δρόμος“. Του είχαν φυτέψει μία σφαίρα στο κεφάλι κι άλλη μία στο στήθος. Η γυναίκα έψαξε το τραπέζι της υποδοχής και βρήκε το δίπλωμά της και μαζί με τον ψηλό άντρα έφυγαν για το πάρκινγκ. Πλησίασαν το κόκκινο αυτοκίνητο και μπήκαν μέσα. “Επιτέλους ελεύθεροι!“, είπε χαμογελώντας ο μελαχρινός τύπος. Έβαλε το κλειδί στη μίζα και μόλις το έστριψε το αμάξι ανατινάχτηκε, σκοτώνοντας ακαριαία και τους δύο επιβάτες.

Με φόντο το λαμπαδιασμένο από τις φλόγες, κόκκινο αυτοκίνητο, ένας άγνωστος άντρας καβάλα σε μία μοτοσυκλέτα, πήρε στα χέρια του το κινητό του. “Αφεντικό, όλα έγιναν όπως έπρεπε. Οι “Δίδυμοι” δεν τα κατάφεραν αλλά η αποστολή ήταν πετυχημένη” και αφού έκλεισε το τηλέφωνο, τράβηξε το γκάζι και εξαφανίστηκε στο νυχτερινό δρόμο.

(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι τοποθεσίες που αναφέρονται σε αυτό είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)

ΖΕΥΣ