Κοίτα μικρέ! Κοίτα με καλά γιατί μετά θα το κάνεις κι εσύ!“, φώναξε ο Ράμα στον μικρότερο αδερφό του. Ύστερα κλώτσησε με δύναμη τα πλευρά του αλόγου του και ξεκίνησε να καλπάζει με μεγάλη ταχύτητα προς την πεδιάδα.

Διάσπαρτοι, σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, ήταν μερικοί στόχοι για την εκπαίδευση. Στάχυα τυλιγμένα με χρωματιστά πανιά, μια φτωχή προσπάθεια ώστε οι στόχοι να μοιάζουν με ανθρώπους. Με στρατιώτες των εχθρών…

Ο Ράμα πήρε στα χέρια του το μικρό, ευλύγιστο τόξο του και αφού σταθεροποίησε τα γκέμια στη σέλα του αλόγου, άρχισε να “γλιστράει” στο πλάι και να εκτοξεύει τα βέλη του. Τον έβλεπες να γέρνει πότε δεξιά, πότε αριστερά και να είναι πάντοτε εύστοχος στις βολές του.

Ο μικρός Γκόκαν Καν παρακολουθούσε τον αγαπημένο του αδερφό να ρίχνει τα βέλη του με τη χάρη των προγόνων τους. Ακόμα και ο σπουδαίος Τζένγκις Καν θα ήταν περήφανος για τις νέες γενιές των Μογγόλων πολεμιστών. Θα ήταν όμως, διπλά χαρούμενος, αφού έφτασε η ώρα που ένας Καν θα γινόταν και πάλι βασιλιάς του έθνους.

Ο Ράμα τελείωσε την επίδειξη και επέστρεψε κοντά στον Γκόκαν Καν. “Άντε ανέβα στο άλογο και προπονήσου! Αρκετά τεμπέλιασες για σήμερα. Σήκω τώρα!!“, είπε με αυστηρό τόνο στη φωνή του και στην κυριολεξία πέταξε τον μικρό του αδερφό πάνω στο άλογο. Έριξε και μια καλή στα καπούλια του περήφανου τετράποδου και το κακόμοιρο ξεκίνησε να τρέχει σαν αφηνιασμένο.

Ράμααα! Είσαι ηλίθιος, το ξέρεις αυτό;“, φώναξε τρομοκρατημένος ο Γκόκαν Καν πασχίζοντας να ελέγξει το άλογο. Ο μεγάλος του αδερφός χαμογέλασε πλατιά και πήρε στα χέρια του τη μικρή, ξύλινη, χειροποίητη πίπα που είχε φτιάξει. Έβαλε μέσα λίγο καπνό και την άναψε με μια τσακμακόπετρα. “Άντε Γκόκαν! Ξεκίνα τις βολές! Δεν πρόκειται να φύγουμε από δω αν δεν πετύχεις όλους τους στόχους“, φώναξε ο Ράμα και κάθισε σε ένα μικρό βράχο, στην κορυφή του λόφου που υψωνόταν πάνω απ’ την πεδιάδα.

Ο Γκόκαν Καν κατάφερε να ηρεμήσει το άλογο και ξεκίνησε να καλπάζει με περισσότερη αυτοπεποίθηση. Πήρε το τόξο του στα χέρια και άρχισε να ρίχνει μερικές βολές από όρθια θέση. Οι πρώτες δύο δεν βρήκαν το στόχο προκαλώντας τις αποδοκιμασίες του Ράμα. Ο μικρός πείσμωσε και χτύπησε τα πλευρά του αλόγου για να αυξήσει ταχύτητα.

Αλήθεια ο Γκόκαν Καν δεν είχε να ζηλέψει τίποτα απ’ τους προγόνους του. Μόλις συνήθισε το άλογο του αδερφού του άρχισε να εκτοξεύει τα βέλη του με απίστευτη ακρίβεια. Σε κάθε στόχο έριχνε από δύο, ένα στο λαιμό και ένα στην καρδιά, φροντίζοντας με αυτόν τον τρόπο για την σίγουρη εξουδετέρωση των αντιπάλων του.

Κάποια στιγμή γύρισε και κοίταξε προς το μέρος του Ράμα αλλά δεν τον είδε πουθενά. Ξαφνικά ένα βέλος πέρασε δίπλα απ’ το κεφάλι του Γκόκαν Καν και αυτό ήταν αρκετό για να τον κάνει να χάσει την ισορροπία του και να πέσει απ’ το άλογο. “Α, ρε μικρέ! Κάθε φορά την πατάς σαν πρωτάρης“, έλεγε γελώντας ο Ράμα, βγαίνοντας μέσα από κάτι θάμνους στην άκρη της πεδιάδας.

Άντε πάμε να πάρουμε το άλογό σου από το στάβλο. Απόψε έχουμε νυχτερινό κυνήγι“, είπε ο Ράμα στον μικρό του αδερφό και ξεκίνησαν για το χωριό τους. Το Τιμπέτι βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα μακριά απ’ την πεδιάδα, κοντά στα σύνορα με την Κίνα. Εκεί τα δύο αδέρφια ζούσαν με τη γιαγιά τους, τον άνθρωπο που τα μεγάλωσε όταν οι Κινέζοι σκότωσαν τους γονείς τους σε κάποια από τις επιδρομές τους.

Αυτή η έχθρα με τους νότιους γείτονες της Μογγολίας κρατούσε από τα χρόνια του Κουμπλάι Καν, του εγγονού του Τζένγκις. Όταν σταμάτησε η επέκταση των Μογγόλων προς τη Δύση, ξεκίνησε εκείνη προς το Νότο. Κίνα και Ιαπωνία ήταν οι βασικοί στόχοι των πανίσχυρων καβαλάρηδων πολεμιστών. Γι’ αυτό το λόγο οι Κινέζοι έχτισαν το μεγαλοπρεπές Σινικό Τείχος, για να σωθούν από τη “μάστιγα της Ανατολής“, όπως αποκαλούσαν τους Μογγόλους οι δυτικές φυλές.

Λίγο έξω απ’ το Τιμπέτι ο Ράμα παρατήρησε κάτι παράξενο πίσω απ’ το βουνό που χώριζε τη χώρα του με την Κίνα. Καπνός ανέβαινε ψηλά στον ουρανό, λες και κάποιος ή κάποιοι έψηναν κρέας για να φάνε. Ή ακόμα χειρότερα κάποιος είχε στρατοπεδεύσει στα σύνορα…

Τα δύο αδέρφια έφτασαν γρήγορα στο χωριό κι ενώ ο Γκόκαν Καν πήγε στο στάβλο να φέρει το δικό του άλογο, ο Ράμα ειδοποίησε τους κάτοικους να είναι σε επιφυλακή μέχρι να δει τι ήταν εκείνος ο καπνός. “Ετοιμαστείτε για να φύγετε! Αν δείτε φλογισμένο βέλος στον αέρα τότε τρέξτε μακριά και κρυφτείτε στα βουνά!“, είπε στους συγχωριανούς του ο Ράμα.

Ύστερα έδωσε ένα λάβαρο στον αγγελιοφόρο του Τιμπέτι και του είπε να το παραδώσει στον Τεκμουτζίν, τον θείο του και δεξί χέρι του βασιλιά της Μογγολίας. Ήταν εκείνος που πέτυχε να αναγνωριστεί το δικαίωμα του Γκόκαν Καν στο θρόνο ως απευθείας απόγονος του μεγάλου Τζένγκις. Έπρεπε η Μογγολία να είναι έτοιμη για την εισβολή της Κίνας.

Ο Ράμα και ο μικρός του αδερφός καβάλησαν τα άλογά τους και ξεκίνησαν για τα σύνορα. Ο καπνός συνέχισε να ανεβαίνει πυκνός στον ουρανό κι έτσι δεν ήταν δύσκολο για τους δύο άντρες να βρουν τη θέση της φωτιάς. Άφησαν τα άλογά κρυμμένα στο δάσος δίπλα από τους πρόποδες του βουνού και άρχισαν να σκαρφαλώνουν τον απότομο γκρεμό. Μόλις έφτασαν στην κορυφή, ο Γκόκαν Καν έμεινε με το στόμα ανοιχτό: “Πω, πω, πόσοι στρατιώτες!“, ψέλλισέ σχεδόν τρομοκρατημένος.

Το θέαμα στα σύνορα ήταν εντυπωσιακό. Χιλιάδες Κινέζοι στρατιώτες είχαν στρατοπεδεύσει πίσω από το βουνό, ακριβώς στα σύνορα Κίνας – Μογγολίας. Τα χρώματα από τις σκηνές των εχθρών έκαναν το τοπίο να μοιάζει με κάμπο γεμάτο λουλούδια κάθε λογής. Σπαθιά στοιβαγμένα σε ξύλινα κιβώτια, ακόντια καρφωμένα στο σκληρό χώμα ενώ αμέτρητα άλογα είχαν απλωθεί στην κινέζικη πεδιάδα και βοσκούσαν. Ένας άντρας με εντυπωσιακή, χρυσή πανοπλία φώναζε σε μερικούς στρατιώτες την ώρα που εκείνοι εκτελούσαν μία άσκηση με τόξα και στόχους. Ο κινέζικος στρατός ετοιμάζονταν για επίθεση και οι Μογγόλοι δεν είχαν ιδέα γι’ αυτό που έρχεται.

Ξαφνικά μια φωνή έκανε πολλά βλέμματα από το στρατόπεδο να κοιτάξουν ψηλά, στην κορυφή του βουνού, εκεί που ήταν τα δύο αδέρφια. Ένας κατάσκοπος των Κινέζων είδε τους Μογγόλους που τους παρακολουθούσαν και φώναξε στους δικούς του για να τους κυνηγήσουν. Η εισβολή μόλις είχε ξεκινήσει…

Ο Ράμα έκατσε για μια στιγμή σκεπτικός κι ύστερα γύρισε και είπε στο μικρό του αδερφό. “Γκόκαν άκου με καλά! Από εσένα εξαρτάται ολόκληρη η Μογγολία. Θα τρέξεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου μέχρι τα άλογα. Θα καλπάσεις όσο πιο γρήγορα μπορείς και θα πας στην πρωτεύουσα να βρεις τον θείο μας τον Τεκμουτζίν. Θα του πεις για τον κίνδυνο που έφτασε πια στην πόρτα μας. Άσε τα δάκρυα μικρέ, τώρα είναι ώρα για θάρρος και πόλεμο!“, είπε στον Γκόκαν Καν ο οποίος είχε πλαντάξει στο κλάμα.

Αν φύγουμε κι οι δυο τότε το χωριό μας και όσοι ξέρουμε εκεί θα σκοτωθούν βάναυσα απ’ τους Κινέζους. Οπότε θα μείνω εγώ εδώ για να πετάξω το φλογισμένο βέλος και να καθυστερήσω τους εχθρούς, να σου δώσω λίγο χρόνο για να ξεφύγεις. Καλή αντάμωση αδερφέ μου! Και μην ξεχάσεις να ελευθερώσεις το άλογό μου όταν κατέβεις. Δεν αξίζουν τέτοια ζώα σε μια βρώμικη φυλή όπως είναι οι εχθροί μας” και παρά τα παρακάλια του μικρού Γκόκαν Καν, ο Ράμα επέμεινε στην απόφασή του κάνοντας πέτρα την καρδιά του και γυρνώντας την πλάτη του στον αδερφό του.

Έτσι σηκώθηκε όρθιος, περήφανος όπως οι πρόγονοί του, άναψε με φωτιά ένα βέλος και το πέταξε όσο πιο ψηλά μπορούσε. Αμέσως ένα σμήνος από εχθρικά βέλη έκρυψαν τον ήλιο και τον ίδιο τον Ράμα, κρύβοντάς τον από τα δακρυσμένα μάτια του Γκόκαν Καν που κατέβαινε το βουνό.

Και έτσι ξεκίνησε η εισβολή των Κινέζων στη Μογγολία. Ήταν μια κίνηση εκδίκησης για τα δύσκολα χρόνια που πέρασε ο ασιατικός νότος από τον ζυγό του Τζένγκις Καν και τον απόγονών του. Ο Γκόκαν Καν βρέθηκε στη μέση αυτής της διαμάχης και ήταν αυτός που έκλαψε τον πρώτο νεκρό αυτής της εισβολής.

Κάλπασε όπως δεν το είχε ξανακάνει ποτέ. Πέρασε ποτάμια, δάση με πυκνή βλάστηση και άγρια θηρία να καραδοκούν, ξέφυγε κάμποσες φορές από τους Κινέζους ιχνηλάτες που τον κυνηγούσαν. Κι όταν το άλογό του παραδόθηκε στο χαμό του από την εξάντληση, τότε ο Γκόκαν Καν συνέχισε τρέχοντας.

Πέρασαν λίγες μέρες από τότε που κατέβηκε το βουνό και είδε για τελευταία φορά τον Ράμα. Ήξερε οτι είχε αργήσει αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα καλύτερο πια. Ήταν νύχτα όταν έφτασε σε ένα ύψωμα που έβλεπε μέχρι την πρωτεύουσα. Το θέαμα ήταν ανατριχιαστικό!

Καπνοί έβγαιναν από κάθε γωνιά της πελώριας πόλης της Καρκάτης. Κραυγές πόνου και αγωνίας σκέπαζαν τον θόρυβο από τα σπαθιά που χτυπούσαν μεταξύ τους και τον ήχο από τις φλόγες που κατέτρωγαν τα κτίρια. Ο Γκόκαν Καν έφτασε πολύ αργά! Όλα είχαν χαθεί!

Ο θρόνος της Μογγολίας θα έμενε χωρίς κάτοχο. Το ένδοξο γένος των Καν δεν θα είχε την ευκαιρία να πάρει και πάλι τα ηνία της χώρας. Ο Γκόκαν Καν, ο πραγματικός διάδοχος του τρομερού και φοβερού Τζένγκις, κληρονόμησε φωτιά, αίμα και υποδούλωση…

(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι περιοχές που αναφέρονται σε αυτό είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)

ΖΕΥΣ