Οι 17 Σπαρτιάτες
Ο Αντίγονος και ο Κρίτωνας επέστρεψαν στην υπόλοιπη ομάδα. Ο αρχηγός τους εξήγησε τι έγινε στο ποτάμι και οτι οι εχθροί δεν θα αργήσουν να φανούν. Τους είπε οτι όσο και να τρέξουν, όσο καλά κι αν κρυφτούν, στο τέλος ο στρατός του Σαράβη θα τους βρει. Η μοναδική λύση ήταν να πολεμήσουν μέχρι θανάτου και όπου βγει…
Σε εκείνο το σημείο το λόγο πήρε ο Κρίτωνας: “Αδέρφια μου στον πόλεμο! Φίλοι μου στη ζωή! Αυτή είναι η ώρα που ονειρευτήκαμε από τότε που ήμασταν μικρά παιδιά ακόμη! Να πεθάνουμε στη μάχη και να γράψουν για μας ιστορίες, να μας θυμούνται οι επόμενες γενιές! Ο προστάτης μας, ο παντοδύναμος Άρης ο θεός του πολέμου, σήμερα θα πολεμήσει μαζί μας! Οι Μοίρες περιμένουν για να μας στείλουν στον Κάτω Κόσμο. Εγώ λέω ας τις κάνουμε να περιμένουν για λίγο ακόμα!“.
Ο λόγος του Κρίτωνα προκάλεσε τον ενθουσιασμό των στρατιωτών. Όλοι σηκώθηκαν όρθιοι και πήραν τις ασπίδες και τα ξίφη τους. Άρχισαν να τις χτυπάνε και να φωνάζουν παθιασμένοι για αίμα και πόλεμο. Η φλόγα της μάχης άναψε και πάλι στις καρδιές τους, άπαντες ήταν πια έτοιμοι να πεθάνουν για το όνομα και τη δόξα της Σπάρτης. Ο Αντίγονος θα πρέπει να ήταν περήφανος για τον γενναίο του υπαρχηγό. Ίσως τα λόγια του Κρίτωνα να αποδεικνύονταν καθοριστικά για την έκβαση της τελικής μάχης.
Ο Σαράβης διέταξε τους οπλίτες να φυλάξουν κάθε πιθανή έξοδο του δάσους που θα μπορούσαν να ξεφύγουν οι εχθροί. Επίσης έστειλε μερικούς στην ακρογιαλιά, εκεί που είχαν αποβιβαστεί οι εισβολείς, για να περιμένουν γύρω από το εχθρικό πλοίο σε περίπτωση που έφταναν εκεί οι Σπαρτιάτες. Αυτή η διαταγή του Ροδίτη βασιλιά όμως ήταν η χειρότερη δυνατή που θα μπορούσε να πάρει. Οι συνέπειες θα ήταν τραγικές…
Οι Σπαρτιάτες είχαν ετοιμαστεί για μάχη και περίμεναν τον εχθρό μέσα στο δάσος. Ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει από τα μαύρα σύννεφα που τον είχαν σκεπάσει απ’ άκρη σ’ άκρη. Σε λίγο ξεκίνησε μια βροχή τόσο έντονη που η ορατότητα ανάμεσα από τα δέντρα ήταν περιορισμένη. Ακριβώς αυτό που ήθελε ο Αντίγονος για να έχει κάποια ελπίδα στη μάχη, να μην έχουν καθαρές βολές οι τοξότες του Σαράβη. Άλλωστε μέσα το δάσος ήταν δύσκολο για το ιππικό των Ροδιτών να αναπτυχθεί με ταχύτητα και αυτό σκόπευε να εκμεταλλευτεί ο αρχηγός των δεκαεπτά Σπαρτιατών.
Τα χλιμιντρίσματα και τα ποδοβολητά των αλόγων φανέρωναν οτι ο Σαράβης και ο στρατός του έφτασαν στο σημείο. Ένας στρατιώτης των εισβολέων έκανε αναγνώριση και ενημέρωσε τον Αντίγονο για την απουσία οπλιτών από το αντίπαλο στράτευμα. Ο αρχηγός των Σπαρτιατών χαμογέλασε κρυφά, δεν ήθελε να τον δουν οι άντρες του και να εφησυχάσουν. Είχε στο μυαλό του τον τρόπο για να μπορέσουν να κερδίσουν αυτή τη μάχη, θα χρησιμοποιούσε το μεγαλύτερο όπλο των Σπαρτιατών. Τη φάλαγγα…
Τα πρώτα βέλη έπεσαν πάνω στους κορμούς των δέντρων και λίγα από δαύτα καρφώθηκαν στις ασπίδες των δεκαεπτά αντρών. Όπως είχε προβλέψει ο Αντίγονος, η βροχή έκανε πολύ δύσκολο το έργο των τοξοτών του εχθρού. “Άντρες!! Φάλαγγα!!“, φώναξε ο Κρίτωνας και η φωνή του αντήχησε σε όλο το δάσος. Αμέσως οι Σπαρτιάτες στάθηκαν ο ένας δίπλα στον άλλο, με την ασπίδα στο αριστερό χέρι και το δόρυ στο δεξί. Ήταν σαν ένας βράχος που περίμενε υπομονετικά τα κύματα των επιθέσεων των Ροδιτών.
Με τους τοξότες του σε αχρηστία ο βασιλιάς Σαράβης έδωσε εντολή στο ιππικό να προχωρήσει. Τριακόσια άλογα απλώθηκαν όσο καλύτερα μπορούσαν, πάντοτε σε ομάδες των εκατό στρατιωτών και κάθε ομάδα άρχισε να επιτίθεται στους δεκαεπτά Σπαρτιάτες. “Ετοιμαστείτε!!“, φώναξε ο Αντίγονος και αμέσως μετά εμφανίστηκαν οι πρώτοι καβαλάρηδες. Έπεσαν πάνω τους με ορμή όμως πολύ γρήγορα τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Οι μισοί είχαν ήδη πέσει νεκροί από τα χτυπήματα των Σπαρτιατών.
Οι στρατιώτες του Αντίγονου άρχισαν να ουρλιάζουν από χαρά για αυτήν τους την πρώτη, μικρή νίκη απέναντι στον εχθρό. Φώναζαν και προκαλούσαν τους άντρες του Σαράβη για να συνεχίσουν να τους επιτίθονται, τους έβριζαν με τις χειρότερες κατάρες για να τους νευριάσουν και να τους “πειράξουν” το μυαλό. Άλλωστε την τέχνη του πολέμου και τα μυστικά αυτής, οι Σπαρτιάτες την είχαν κάνει τρόπο ζωής.
Έτσι ακολούθησαν άλλα δύο κύματα επιθέσεων από το ιππικό των Ροδιτών. Όσοι απέμειναν από την πρώτη πανωλεθρία ενώθηκαν με την ομάδα του βασιλιά και περίμεναν την έκβαση της μάχης. Οι εκατό καβαλάρηδες της δεύτερης ομάδας χωρίστηκαν σε δύο ισάριθμα τμήματα των πενήντα αντρών και επιτέθηκαν στους Σπαρτιάτες από τα πλάγια, ταυτόχρονα και από δεξιά και από αριστερά. Το αποτέλεσμα ήταν να μην μείνει ούτε ένας ζωντανός…
Όμως ο Σαράβης ήταν αποφασισμένος να μην μείνει με σταυρωμένα τα χέρια και έτσι έστειλε έναν καβαλάρη με μία διαταγή του για τους τοξότες. “Περικυκλώστε τους και σκοτώστε τους όλους!!“, ήταν το μήνυμα του βασιλιά. Μέσα σε λίγα λεπτά οι δεκαεπτά Σπαρτιάτες ήταν στην πιο δύσκολη θέση που θα μπορούσε να τους τύχει. Από τη μία βρισκόταν το ιππικό του Σαράβη με εκατό πενήντα καβαλάρηδες και από την άλλη εκατό τοξότες έτοιμοι να “πνίξουν” τους εχθρούς με τα βέλη τους.
Αμέσως ο Αντίγονος φώναξε: “Σπαρτιάτικη φάλαγγα!!” και όλοι οι άντρες ξεκίνησαν να μετακινούνται και να αλλάζουν θέσεις σαν σε χορογραφία. Σε τρία δευτερόλεπτα οι δεκαεπτά Σπαρτιάτες είχαν σχηματίσει κάτι σαν καβούκι χελώνας. Είχαν τοποθετηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχουν ασπίδες παντού, ακόμα και πάνω από τα κεφάλια τους. Με αυτήν την τακτική, μοναδική στο είδος της, οι τοξότες στην ουσία δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα αφού τους ήταν αδύνατο να πετύχουν κάποιον στρατιώτη.
Τα πράγματα πια είχαν γίνει πολύ δύσκολα για τον Σαράβη και το στρατό των Ροδιτών. Όσο κι αν φαινόταν ακατόρθωτο, αυτοί οι δεκαεπτά Σπαρτιάτες ήταν τελικά απίθανο να νικηθούν. Οι απώλειες που είχαν προκαλέσει στους εχθρούς τους ήταν επικών διαστάσεων. Παρά την αρχική τους συντριβή οι εναπομείναντες στρατιώτες του Αντίγονου δικαιολόγησαν πλήρως την τρομακτική τους φήμη. Ήταν λες και ο ίδιος ο θεός Άρης πολεμούσε στο πλάι τους όπως είχε πει και ο Κρίτωνας στον λόγο του νωρίτερα.
Για ακόμα μία φορά ο εγωισμός του βασιλιά Σαράβη ήταν εκείνος που πλήγωσε περισσότερο απ’ όλα τους Ροδίτες. Πριν δυο μέρες αυτός ήταν που ώθησε τον άρχοντα της Ρόδου να διατάξει το στρατό του να κυνηγήσει τους αποδεκατισμένους Σπαρτιάτες. Αποτέλεσμα αυτής της διαταγής ήταν η δύσκολη θέση στην οποία βρισκόντουσαν τώρα οι ντόπιοι. Αυτή τη φορά ο Σαράβης βλέποντας τους δεκαεπτά στρατιώτες της Σπάρτης να κερδίζουν έδαφος στη μάχη, αντί να υποχωρήσει και να ανασυνταχθεί με τους οπλίτες του, εκείνος θολωμένος διέταξε κατά μέτωπο επίθεση καλπάζοντας πρώτος, μπροστά από το ιππικό του.
Αυτή ήταν η κατάλληλη στιγμή για τον Αντίγονο να κάνει την κίνησή του. Ο αρχηγός των Σπαρτιατών, βλέποντας τον βασιλιά Σαράβη να καλπάζει μονάχος του πιο μπροστά από τους υπόλοιπους καβαλάρηδες, αποφάσισε να τον σκοτώσει. Ήθελε να ισοπεδώσει μια και καλή το ηθικό των Ροδιτών ώστε μετά το θάνατο του βασιλιά τους να υποχωρήσουν άτακτα σαν κυνηγημένοι. Σηκώθηκε και βγήκε μπροστά από τους υπόλοιπους Σπαρτιάτες. Πήρε το δόρυ στα δυο του χέρια και περίμενε υπομονετικά. Ο Σαράβης πλησίασε έχοντας το σπαθί του στο ένα του χέρι και ουρλιάζοντας σαν τρελός. Ο Αντίγονος έκανε ένα βήμα στο πλάι για να αποφύγει το άλογο και με μία αστραπιαία κίνηση, πέταξε το δόρυ του και κάρφωσε το βασιλιά στο λαιμό. Ο Σαράβης ήταν πια νεκρός…
Χωρίς να χάσει χρόνο ο Αντίγονος επέστρεψε στη θέση του μαζί με τους άλλους Σπαρτιάτες. Το ιππικό των Ροδιτών έκανε μια τελευταία επίθεση, η ύστατη προσπάθεια για να κερδίσουν τη μάχη. Το αποτέλεσμα όμως ήταν να φύγουν και αυτοί, αποδεκατισμένοι όπως και οι προηγούμενοι. Οι τοξότες άρχισαν να τρέχουν προς την πόλη της Ρόδου για να σωθούν και να ενημερώσουν το λαό για το θάνατο του βασιλιά. Οι δεκαεπτά Σπαρτιάτες είχαν κερδίσει μια τόσο δύσκολη μάχη, που ήταν βέβαιο οτι κάποιος θεός πολέμησε μαζί τους εκείνη τη μέρα.
Βγήκαν από το δάσος σκοτώνοντας μερικούς οπλίτες που φυλούσαν τη δυτική πλευρά, όπως τους είχε διατάξει νωρίτερα ο Σαράβης. Ύστερα κατευθύνθηκαν προς την ακρογιαλιά και το πλοίο τους με το οποίο είχαν φτάσει στη Ρόδο. Μόλις τους είδαν οι στρατιώτες που βρίσκονταν εκεί, γεμάτους με αίματα από τη μεγάλη μάχη, φοβήθηκαν τόσο που πέταξαν τα όπλα τους και άρχισαν να τρέχουν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι δεκαεπτά Σπαρτιάτες επέστρεψαν στη δοξασμένη πόλη τους και εξιστόρησαν τις περιπέτειές τους.
Ένα χρόνο μετά θα πήγαιναν ξανά στη Ρόδο… Αυτή τη φορά θα ταξίδευαν με χίλιους άντρες…
ΤΕΛΟΣ
(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι τοποθεσίες που αναφέρονται σε αυτό είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)
ΖΕΥΣ