ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΟ Α’ ΜΕΡΟΣ

Αυτό που γνώριζαν οι δύο αστυνομικοί ήταν οτι ο Νίκο είχε πέσει στα πιο αδίστακτα χέρια του φιλανδικού υπόκοσμου. Οι Μολδαβοί έλεγχαν το μισό εμπόριο ηρωίνης και κοκαΐνης που γινόταν στη σκανδιναβική χώρα και ήταν πολύ άγριοι στις εκτελέσεις τους και τα βασανιστήρια. Έπρεπε να τον βρουν όσο πιο γρήγορα γινόταν και παράλληλα να καταφέρουν να βγάλουν τον Γκέρα από τη μέση. Καλή θα ήταν και η σύλληψή του αλλά μία σφαίρα στο κεφάλι δεν θα ενοχλούσε κανέναν στην υπηρεσία.

Το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να πάνε στο διαμέρισμα του Νίκο. Ήθελαν να ψάξουν για στοιχεία, να αρχίσουν από κάπου την έρευνά τους. Το τηλέφωνο από το οποίο μίλησε ο μαφιόζος στην Κρίστι εντοπίστηκε τελικά, όμως προς απογοήτευση των δύο αστυνομικών ήταν καρτοτηλέφωνο. Ο Τολ Φάγκνερ χτύπησε πρώτα το κουδούνι και μετά την πόρτα αλλά δεν πήρε απάντηση. Έστειλε τον Λούγκερ να βρει τον ιδιοκτήτη της πολυκατοικίας για να τους ανοίξει να μπουν μέσα.

Το διαμέρισμα του Νίκο ήταν σαν όλα τ’ άλλα. Ένα μπάνιο, ένα υπνοδωμάτιο και μια ενιαία κουζίνα με σαλόνι. Οι δύο αστυνομικοί έψαξαν όλο το σπίτι αλλά δεν βρήκαν τίποτα το σημαντικό. Τα πάντα έδειχναν να είναι στη θέση τους, το κρεβάτι ήταν στρωμένο και τα σεντόνια πεντακάθαρα. Μονάχα ένα τασάκι υπήρχε στο τραπέζι της κουζίνας, το οποίο ήταν γεμάτο με αποτσίγαρα.

Μπορ τα πράγματα είναι πολύ απλά. Θα βρούμε μερικά πρεζόνια και θα πάρουμε πληροφορίες για το που βρίσκουν τη δόση τους. Ύστερα θα πιάσουμε ένα-δυο βαποράκια που σπρώχνουν ηρωίνη και έτσι θα μάθουμε που είναι οι Μολδαβοί. Είτε έτσι θα γίνει η δουλειά είτε θα περιμένουμε να κάνει κάποιο λάθος η μαφία για να βρούμε το παιδί“, είπε ο Φάγκνερ στον συνεργάτη του. “Ας ελπίσουμε οτι είναι ακόμα ζωντανός ο Νίκο γιατί και οι δυο μας ξέρουμε που πήγε και έμπλεξε ο χαζός“, απάντησε ο Λούγκερ.

Την επόμενη βδομάδα οι δύο αστυνομικοί γύριζαν από πλατεία σε πλατεία και από σοκάκι σε σοκάκι. Μίλησαν σχεδόν με όλα τα πρεζόνια που βρήκαν, όσα φυσικά ήταν σε θέση να μιλήσουν και να απαντήσουν στις ερωτήσεις τους. Όλοι τους δεν έδιναν ούτε μια τόση δα πληροφορία, λες και οι Μολδαβοί και τα βαποράκια τους ήταν φαντάσματα και ζούσαν στο πουθενά. Έτσι ο Λούγκερ σκέφτηκε έναν κάπως πιο ανορθόδοξο τρόπο για να αποσπάσει πληροφορίες από τα πρεζόνια.

Πήγε στα κεντρικά γραφεία της αστυνομίας του Ελσίνκι, τρύπωσε με κάποιο τρόπο στην αίθουσα με τα αποδεικτικά στοιχεία και πήρε ένα σακουλάκι με κατασχεμένη ηρωίνη. Μέσα στις επόμενες δύο ώρες οι αστυνομικοί που είχαν αναλάβει την υπόθεση της απαγωγής του αυστριακού φοιτητή, βρήκαν την πληροφορία που έψαχναν από ένα πρεζόνι που πλησίασαν στο μετρό. Ένα από τα βαποράκια του Γκέρα ζούσε εκεί κοντά και σε λίγα λεπτά ο Τολ Φάγκνερ και ο Μπορ Λούγκερ βρισκόντουσαν έξω από το σπίτι του.

Χτύπησαν την πόρτα και πήραν τα πιστόλια τους στα χέρια. Ένας φαλακρός, αδύνατος και βρώμικος άντρας άνοιξε τη πόρτα. Βρώμαγε τσιγαρίλα και λάδι από τηγάνι. “Ποιοι είστε εσείς;“, ρώτησε απότομα και πήγε να κλείσει την πόρτα. Χωρίς να διστάσει ούτε στιγμή, ο Λούγκερ την κλώτσησε και μπήκε μέσα αρπάζοντας το βαποράκι από το λαιμό. Οι δύο αστυνομικοί έψαξαν το διαμέρισμα για στοιχεία σχετικά με την απαγωγή του Νίκο ενώ παράλληλα βρήκαν σε ένα συρτάρι τρία κιλά ηρωίνη. Οτι πρέπει για να πάρουν στο τμήμα το βαποράκι των Μολδαβών και να τον ανακρίνουν για να βρουν πληροφορίες.

Οτι και να μου κάνετε δεν ξέρω τίποτα, δεν λέω τίποτα, δεν είδα τίποτα! Είμαι τρελός…“, έλεγε συνέχεια στην αίθουσα ανακρίσεων. Από την ώρα που τον έβαλαν στο περιπολικό με χειροπέδες στα χέρια, ξεκίνησε να λέει τα ίδια λόγια ασταμάτητα. Σαν να είχε κάνει συμφωνία με τους Μολδαβούς: εκείνος δεν θα μαρτυρούσε τίποτα και η μαφία δεν θα τον σκότωνε. Τόσο απλό και παράλληλα τόσο δύσκολο για τους αστυνομικούς να κάνουν τη δουλειά τους.

Οι ώρες περνούσαν και το βαποράκι δεν είχε πει ούτε λέξη για το Νίκο και τους Μολδαβούς. Ο Φάγκνερ έκανε μια τελευταία προσπάθεια: “Δεν σε χρειαζόμαστε πια! Βρήκαμε αυτό που ψάχναμε. Εσύ θα δικαστείς για τα ναρκωτικά που είχες στο διαμέρισμά σου και για την παράνομη διακίνησή τους. Θα μπεις στη φυλακή για καμιά δεκαπενταριά χρόνια και αν προλάβεις και βγεις ζωντανός θα σε περιμένουν οι φίλοι σου οι Μολδαβοί. Θα παρακαλάς να σου ρίξει ο δικαστής ισόβια…“, του είπε και έφυγε από την αίθουσα.

Το βαποράκι όμως δεν φοβήθηκε από την μπλόφα του Φάγκνερ. Αντίθετα άρχισε να χαμογελάει γιατί κατάλαβε το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόντουσαν οι δύο αστυνομικοί. Μάλιστα, όταν έβγαινε από την αίθουσα ανάκρισης και προχωρούσε προς το κρατητήριο, καθώς περνούσε δίπλα από τον Φάγκνερ, τον πλησίασε και του είπε στο αυτί: “Το αγόρι είναι νεκρό” και ξέσπασε σε γέλια.

Ο Μπορ Λούγκερ ρώτησε τον συνάδελφό του για το τι του είπε το βαποράκι και γούρλωσε τα μάτια του ακούγοντας την απάντησή του. “Αν δεν βρούμε το πτώμα δεν πρόκειται να σταματήσουμε το ψάξιμο. Η οικογένειά του και όλοι όσοι γνωρίζουν τον Νίκο, αξίζουν την απάντησή μας για το που χάθηκε το παιδί τους…“, του είπε ο Φάγκνερ θυμωμένος και μαζί βγήκαν και πάλι στους δρόμους.

Οι μέρες περνούσαν και όσο δεν έβρισκαν κάποιο στοιχείο τόσο λιγόστευαν οι πιθανότητες να είναι ζωντανός ο Νίκο. Σύμφωνα με όσα είχε πει ο Μολδαβός στην Κρίστι πριν από περίπου δέκα μέρες, ο νεαρός φοιτητής θα πρέπει να είναι πια νεκρός. Μάλιστα πρέπει να είχε γίνει γνωστό στον υπόκοσμο οτι δύο τύποι από την Ιντερπόλ βρισκόντουσαν στη Φιλανδία, γιατί μετά από την ανάκρισή με το βαποράκι, στο δρόμο όταν γύριζαν την πόλη του Ελσίνκι με το αυτοκίνητο, πάντοτε δύο μαύρα τζιπ τους ακολουθούσαν και μόλις εκείνοι σταματούσαν τότε τα τζιπ εξαφανίζονταν.

Ένα τηλεφώνημα στο κινητό του Φάγκνερ τάραξε την ηρεμία των δύο αστυνομικών την ώρα που έπιναν τον πρωινό τους καφέ. Ήταν πια δύο βδομάδες που βρισκόντουσαν στη Φιλανδία για την υπόθεση του Νίκο και δεν είχαν ιδέα για το που μπορεί να ήταν ο νεαρός φοιτητής. Η φωνή στην άλλη πλευρά της γραμμής ήταν αλλοιωμένη. Προφανώς εκείνος που κάλεσε τον αστυνομικό χρησιμοποιούσε μια συσκευή για να την αλλάξει για να μην τον αναγνωρίσει σε περίπτωση που καταγράψει την κλήση.

Άργησες“, ήταν τα μόνα λόγια που ακούστηκαν από την άλλη μεριά του τηλεφώνου κι ύστερα ακολούθησε ο χαρακτηριστικός ήχος της γραμμής που πέφτει. Ο Τολ κοίταξε τον συνεργάτη του στα μάτια και είδε οτι και εκείνος πίστευε πια οτι ο Νίκο ήταν νεκρός. Το μόνο που έμενε ήταν να βρουν το πτώμα του Αυστριακού φοιτητή. Όσο για τον υπεύθυνο, δηλαδή τη μολδαβική μαφία, τα πράγματα ήταν πολύ απλά. Χωρίς μάρτυρες δεν υπάρχει ένοχος. Και αν ο Νίκο ήταν τελικά νεκρός, τότε κανένας δεν θα μπορέσει να πει τι έγινε εκείνη τη μέρα, τότε που η μαφία απήγαγε τον άτυχο φοιτητή.

Τρεις βδομάδες μετά από τότε που ο Τολ Φάγκνερ και ο Μπορ Λούγκερ ταξίδεψαν στη Φιλανδία, έγινε το τηλεφώνημα που θα έδινε επιτέλους το πολυπόθητο στοιχείο που έψαχναν. Ήταν ο ιδιοκτήτης της πολυκατοικίας που έμενε ο Νίκο. Κάποιος από τους υπόλοιπους ένοικους είχε κάνει παράπονα για δυνατή μουσική και έντονη μυρωδιά που ερχόταν από το διαμέρισμα του φοιτητή από την Αυστρία. Οι δύο αστυνομικοί μπήκαν στο αυτοκίνητό τους και μετά από λίγη ώρα έφτασαν στο σημείο.

Εκεί είδαν τον ιδιοκτήτη να τους περιμένει στην είσοδο της πολυκατοικίας, θυμωμένος και πολύ νευρικός στις κινήσεις του. Τους είπε οτι χτύπησε το κουδούνι και την πόρτα, φώναξε στον Νίκο να κάνει ησυχία όμως κανένας δεν του απάντησε ούτε φυσικά σταμάτησε η μουσική. Έτσι αποφάσισε να τους ειδοποιήσει και μάλιστα τους έδωσε και το κλειδί του διαμερίσματος. “Αν τον βρείτε μέσα να του πείτε να τσακιστεί και να φύγει από την πολυκατοικία μου!“, τους είπε ταραγμένος.

Ο Τολ Φάγκνερ μπήκε μόνος του στο κτίριο. Ο Λούγκερ έμεινε στην είσοδο και επικοινωνούσε διαρκώς με τον αρχηγό της αστυνομίας του Ελσίνκι από τον ασύρματο. Ο συνεργάτης του έφτασε έξω από την πόρτα του διαμερίσματος του Νίκο και χτύπησε το κουδούνι. Καμία απάντηση… Έβαλε το αυτί του στην πόρτα για να ακούσει καλύτερα τι γίνεται μέσα. Το μόνο που ακουγόταν ήταν οι ήχοι από ένα τραγούδι black metal που έπαιζε στη διαπασών στο ραδιόφωνο. Ο Φάγκνερ άνοιξε την πόρτα με το κλειδί και μπήκε μέσα…

ΤΕΛΟΣ

(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι τοποθεσίες που αναφέρονται σε αυτό είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)

ΖΕΥΣ