Σιωπή… Το μόνο που άκουγες… Ο μανιασμένος αέρας που έκανε το ταλαιπωρημένο σπίτι να κουνιέται σαν να ήταν χάρτινο… Η απειλή… Το μόνιμο συναίσθημα οτι όλα θα πάνε σκατά…
Κάθε φορά το ίδιο πράγμα… Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου… Φόβος… Να κοιτάς σε κάθε σκοτεινή γωνιά για τον κίνδυνο… Να κρύβεσαι από το φως του ήλιου μήπως και σε πάρει χαμπάρι κανείς…
Κι αυτά τα μουγκρητά… Ακόμα δεν μπορώ να τα συνηθίσω… Άναρθρες κραυγές πόνου και βογκητό… Εκεί έξω να σε περιμένουν… Να μυρίζουν τη σάρκα σου και να έρχονται… Λίγοι, δεκάδες, χιλιάδες… Όλοι…
Δεν ξέρω γιατί ήρθα σε αυτόν τον κόσμο… Η μάνα μου δεν έπρεπε να μου επιτρέψει τη ζωή… Καλύτερα να ήμουν καταραμένος… Τουλάχιστον θα είχα κάποιον σκοπό… Θα έψαχνα τρόπο να ξορκίσω την κατάρα…
Τώρα όμως..; Τώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτα… Πρέπει απλά να επιβιώσω μέχρι να πεθάνω… Χα! Σαν αστείο μου φαίνεται τώρα που το γράφω… Να πρέπει να ξεγελάσω τον θάνατο μέχρι να τον βρω ο ίδιος…
Αυτοκτονία… Κάποτε λέξη – ταμπού αλλά τώρα… Διαφυγή από τον καθημερινό τρόμο… Τρέλα της στιγμής… Δώρο Θεού στον πλανήτη των κολασμένων… Γιατί αυτό εκεί έξω… Αυτό είναι η Κόλαση…
Οι παλιοί… Αυτοί που έζησαν το πριν και ζούνε και το τώρα… Αυτοί είναι οι μόνοι που γνωρίζουν πραγματικά αυτό που χάθηκε… Γι’ αυτό είναι τόσο θλιμμένοι… Ούτε έναν δεν έχω δει να χαμογελάει…
Μονάχα πριν τον θάνατο… Μόνο τότε είδα κάποιον παλιό να χαμογελάει… Πίσω στην κατασκήνωση… Χαμογελάει γιατί ξέρει οτι τα δύσκολα πέρασαν… Γνωρίζει οτι μόνο κάπου καλύτερα θα πάει… Την Κόλαση δεν θα τη βρει… Την αφήνει πίσω σε μας…
Μούδιασε πάλι το χέρι μου… Θα σταματήσω για λίγο το γράψιμο… Να το ξεκουράσω καμιά ώρα και θα ξεκινήσω πάλι… Έχω τόσα να πω και δεν ξέρω αν θα προλάβω… Η πόρτα δεν θα αντέξει για πολύ…
Δύο ώρες μετά…
Εντάξει… Πήραμε κάτι χοντρές σανίδες και ασφαλίσαμε την πόρτα καλά… Τις βρήκαμε στον πάνω όροφο… Είχαμε σφραγίσει ένα παράθυρο αλλά τώρα είναι ανοιχτό… Όμως αυτοί εκεί έξω δεν μπορούν να σκαρφαλώσουν…
Ο θείος άναψε το τζάκι… Διαλύσαμε και τις τελευταίες καρέκλες του σπιτιού για καυσόξυλα… Σήμερα θα φάμε βρασμένα χόρτα… Σκέτα… Αυτό μας έχει περισσέψει… Από αύριο θα ψάξουμε στα γειτονικά σπίτια για προμήθειες…
Άναψα τα κεριά του σαλονιού… Κρυφοκοίταξα από τις κουρτίνες για να δω τι γίνεται έξω… Σκοτάδι και κρύο… Ευτυχώς ηρέμησε ο αέρας και σταμάτησε να τρυπώνει η παγωνιά στο σπίτι…
Φάγαμε από ένα πιάτο ο καθένας… Τόσο είχαμε… Ακόμα πεινάω αλλά δεν παραπονιέμαι… Άλλοι δεν έχουν τίποτα… Ούτε σπίτι, ούτε φαγητό, ούτε τίποτα… Μόνη τους συντροφιά είναι ο φόβος… Ο φόβος και τα μουγκρητά…
Ο θείος πήρε τα κιάλια νυχτερινής όρασης και ανέβηκε πάνω… Γύρισε μετά από λίγη ώρα σκεπτικός… Μου είπε οτι είναι κάμποσοι στο δρόμο μπροστά από το σπίτι… Σίγουρα λιγότεροι από χθες… Το πρωί θα δούμε πάλι…
Ούτε που ξέρω τι ώρα είναι… Δεν τη χρειάστηκα άλλωστε ποτέ… Νύσταξα… Θα κοιμηθώ για να μην σκέφτομαι την πείνα μου… Θα ονειρευτώ οτι πέθανα στον ύπνο μου… Θα ονειρευτώ οτι βρήκα την οικογένειά μου… Καληνύχτα…
Την άλλη μέρα το απόγευμα…
Μόλις πριν από λίγο γυρίσαμε στο σπίτι… Με το που ξημέρωσε φύγαμε για το απέναντι… Ο δρόμος ήταν άδειος και έτσι δεν συναντήσαμε κανέναν κίνδυνο… Ο θείος μου μπήκε μέσα πρώτος και όταν μου έκανε νόημα τον ακολούθησα…
Το σπίτι ήταν εντελώς άδειο… Τα ντουλάπια της κουζίνας είχαν μόνο ιστούς και αράχνες… Το αποθηκάκι κάτω από τη σκάλα ήταν κλειδωμένο… Προσπάθησα να σπάσω την πόρτα αλλά ο θείος μου με σταμάτησε… Κάναμε και οι δύο ησυχία..
Κάμποσοι από δαύτους πέρασαν έξω από το σπίτι… Δεν ήταν πολλοί… Προχώρησαν μέχρι το τέλος του δρόμου και χάθηκαν από τα μάτια μας… Η καρδιά μου πήγε να σπάσει… Ευτυχώς δεν ήμουν μόνος μου γιατί αλλιώς θα είχα λιποθυμήσει από τον φόβο…
Πήραμε όσα έπιπλα υπήρχαν και τα σπάσαμε σε κομμάτια… Πολλή κούραση… Τα φέραμε στο σπίτι μας και πήγαμε στο επόμενο… Μπήκαμε μέσα και αρχίσαμε πάλι το ψάξιμο… Αυτή τη φορά ήμασταν τυχεροί… Λίγες κονσέρβες με κρέας ήταν ακόμα στο ντουλάπι…
Οτι πρέπει για το αποψινό δείπνο… Ο θείος μου έκανε νόημα να μην βγάλω άχνα… Ανέβηκε στον πάνω όροφο με το σφυρί στα χέρια… Άκουσα θόρυβο και κάτι να σπάει… Ύστερα εκείνος κατέβηκε γεμάτος αίματα… Βρήκε έναν από αυτούς στην κρεβατοκάμαρα…
Ήταν φρέσκος ακόμα… Έτσι μου είπε ο θείος… Είχε ακόμα τα μαλλιά του και το δέρμα του ήταν ζωντανό… Το πολύ μιας βδομάδας… Ίσως να ήταν ο ιδιοκτήτης του σπιτιού… Ζούσε με τις κονσέρβες… Αλλά τελικά δεν τα κατάφερε…
Προχωρήσαμε στο επόμενο σπίτι… Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο στη γειτονιά… Είχε τρεις ορόφους και στην πίσω αυλή υπήρχε μια πισίνα… Το νερό είχε εξατμιστεί προ πολλού και ο πάτος ήταν γεμάτος σκουπίδια και σαπισμένα φύλλα…
Όλες οι πόρτες ήταν κλειδωμένες… Άλλες ήταν αμπαρωμένες από τη μέσα μεριά… Βρήκαμε ένα παράθυρο του τρίτου ορόφου μισάνοιχτο… Επειδή είμαι πιο ελαφρύς από τον θείο μου σκαρφάλωσα την υδρορροή και έφτασα στο παράθυρο…
Μπήκα μέσα στο σπίτι σχεδόν τρέμοντας… Βρισκόμουν σε ένα παιδικό δωμάτιο που είχε ένα ροζ και ένα μπλε κρεβάτι… Στόχος μου ήταν να κατέβω στο ισόγειο και να ανοίξω την πόρτα της εισόδου…
Βγήκα στο διάδρομο… Δεν ακουγόταν τίποτα απολύτως… Όλες οι πόρτες ήταν κλειστές… Κατέβηκα σιγά σιγά τη σκάλα για τον δεύτερο όροφο… Το τελευταίο σκαλί ήταν λιγάκι ταλαιπωρημένο και όπως το πάτησα έτριξε…
Αμέσως άκουσα μουγκρητά… Όχι ένα αλλά πολλά και από όλες τις κατευθύνσεις… Σκέφτηκα να τρέξω πάλι πάνω αλλά… Τι θα κατάφερνα έτσι..; Μάζεψα κουράγιο και κατέβηκα στον διάδρομο του δεύτερου ορόφου…
Το ίδιο σκηνικό με πάνω… Κλειστές πόρτες αλλά αυτή τη φορά άκουγα πιο έντονα τα καταραμένα βογκητά… Χτυπήματα στους τοίχους και τις πόρτες… Φοβήθηκα οτι θα τις έσπαγαν αλλά ευτυχώς έκανα λάθος…
Κατέβηκα στον πρώτο όροφο… Προχώρησα στον διάδρομο και σταμάτησα έξω από το τελευταίο δωμάτιο… Γούρλωσα τα μάτια μου και κοκκάλωσα… Η πόρτα ήταν μισάνοιχτη… Πλησίασα αργά για να την κλείσω…
Κάποιος όμως έπεσε πάνω της και την έκλεισε με δύναμη… Με χτύπησε η πόρτα στο πρόσωπο και λιποθύμησα… Θυμάμαι να ξυπνάω και να βλέπω τον θείο μου στις σκάλες… Πάλευε με μερικούς που ανέβαιναν από το ισόγειο…
Τα σκαλιά είχαν μουσκέψει από το αίμα… Ευτυχώς για μας γιατί εκείνοι γλιστρούσαν και γκρεμοτσακίζονταν και δεν μπορούσαν να έρθουν πάνω… Βγήκαμε έξω από το σπίτι από το ίδιο παράθυρο που είχα μπει νωρίτερα…
Ο ήλιος έδυε και έπρεπε να γυρίσουμε γρήγορα στο σπίτι μας… Δεν έπρεπε να μας βρει η νύχτα έξω… Τότε είναι που εμφανίζονται οι πιο επικίνδυνοι… Πάλι καλά που ήταν άδειος ο δρόμος και δεν αντιμετωπίσαμε κανένα πρόβλημα…
Το κακό είναι οτι στο μεγάλο σπίτι δεν βρήκαμε τίποτα… Επειδή δεν προλάβαμε να ψάξουμε με τόσους που υπήρχαν εκεί μέσα… Όπως κακό είναι οτι χαλάσαμε τόση ενέργεια χωρίς κανένα απολύτως αντίκρισμα… Πάλι καλά που έχουμε και τις κονσέρβες…
Πέρασε η ώρα με το γράψιμο… Νύχτωσε για τα καλά εκεί έξω… Πρέπει να κοιμηθώ γιατί αύριο θα σηκωθούμε όσο νωρίτερα γίνεται… Πρέπει να βρούμε νερό για να πιούμε και πετρέλαιο για το αυτοκίνητο… Πρέπει να φύγουμε από εδώ… Πρέπει να επιβιώσουμε… Καληνύχτα…
Τώρα…
Είμαι κλειδωμένος στην τουαλέτα… Έχω αμπαρώσει την πόρτα με το ντουλάπι που βρίσκεται κάτω από τον νιπτήρα… Το ξεκόλλησα από τη θέση του και το στρίμωξα ανάμεσα στην πόρτα και τον καμπινέ… Φράκαρε και μαζί του φράκαρε και η πόρτα…
Έξω στο διάδρομο είναι ο θείος μου… Ή τέλος πάντων αυτό που έγινε ο θείος… Μουγκρίζει και πέφτει ξανά και ξανά πάνω στην πόρτα… Μαζί του είναι κι άλλοι… Μπήκαν μέσα από την ανοιχτή πόρτα της εισόδου…
Κάποια στιγμή τα χαράματα άκουσα θόρυβο… Είδα τον θείο μου να προσπαθεί να ξεκλειδώσει την πόρτα της εισόδου… Του φώναξα αλλά δεν με άκουσε… Τον πλησίασα και τον σκούντησα στον ώμο… Γύρισε και με κοίταξε αλλά στο βλέμμα του είδα μονάχα ένα κενό…
Μου μίλησε με μεγάλη δυσκολία και μου είπε οτι ήταν άρρωστος… Ήταν, είναι, δεν έχει μεγάλη σημασία τώρα… Όταν πολεμούσε με δαύτους στις σκάλες στο μεγάλο σπίτι… Κάποιος τον γρατζούνισε… Αργά το βράδυ σήκωσε πυρετό… Μετά άρχισε να ξερνάει αίμα… Είχε μολυνθεί…
Έτσι αποφάσισε να βγει έξω από το σπίτι… Για να με προστατέψει… Αλλά δεν πρόλαβε και μόλις άνοιξε την πόρτα έπεσε νεκρός… Σε ένα λεπτό είχε ήδη σηκωθεί και με κυνηγούσε… Από την είσοδο άρχισαν να μπαίνουν κι άλλοι… Τώρα θέλουν να μπουν εδώ μέσα για να με φάνε…
Η πόρτα της τουαλέτας δεν θα αντέξει για πολύ… Ευτυχώς που υπάρχει παράθυρο εδώ μέσα και μπορώ να βγω από εκεί… Μόνο ένα πρόβλημα υπάρχει… Είναι λιγάκι ψηλά και αν χτυπήσω από την πτώση τότε είμαι τελειωμένος… Το ίδιο κι αν καθίσω εδώ μέσα…
Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να ξαναγράψω… Δεν ξέρω αν αυτά εδώ είναι τα τελευταία μου λόγια… Το μόνο που γνωρίζω είναι οτι πρέπει να φύγω και αυτό πρέπει να γίνει τώρα… Κοίταξα από το παράθυρο και δεν είδα κάποιον στην αυλή…
Θα πηδήξω και θα πάω κατευθείαν στο σπίτι που βρήκα με τις κονσέρβες… Θα το ασφαλίσω και θα περάσω εκεί την υπόλοιπη μέρα… Το επόμενο πρωί θα αρχίσω να σκέφτομαι τι στο καλό θα κάνω από δω και πέρα… Φεύγω… Αντίο…
Υ.Γ. Αν κάποιος βρει αυτό το ημερολόγιο τότε αυτό σημαίνει οτι εγώ έχω πεθάνει… Έχω εδώ και μία φωτογραφία μου… Αν με βρείτε και είμαι σαν τους άλλους τότε σας παρακαλώ… Κόψτε μου το κεφάλι… Ρίξτε μου πετρέλαιο και κάψτε με να γίνω στάχτη… Μόνο μην με αφήσετε να υποφέρω και να κάνω κακό στους ζωντανούς…
(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι τοποθεσίες που αναφέρονται σε αυτό είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)
ΖΕΥΣ
*Απαγορεύεται ρητά η οποιαδήποτε χρήση, αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, φόρτωση (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά του περιεχομένου του δικτυακού τόπου, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη άδεια του etoliko.gr*