Όταν ξεκινήσαμε να αγοράζουμε εξάδες νερό, πήγαινα σχολείο ακόμα. Θυμάμαι που το θεωρούσα τότε κάτι προσωρινό. Σκεφτόμουν, “ε μωρέ, δεν πειράζει, δε θα πίνουμε για κάνα μήνα από τη βρύση, δε χάλασε κι ο κόσμος”.

Και πέρασαν, με αυτή την “προσωρινή λύση” πάνω από 10 χρόνια. Και πάλι έλεγα “ε, τουλάχιστον μπορούμε να κάνουμε μπάνιο, να πλένουμε ρούχα και πιάτα”. 

Και το συνήθισα κάπως. Έγινε κομμάτι της καθημερινότητάς μου κι ούτε που διαμαρτυρόμουνα. Τουλάχιστον όχι ουσιαστικά, πέρα από τις κλασικές κουβέντες “πόσο σας ήρθε το νερό;”, “κουράστηκα να κουβαλάω εξάδες και μπιτόνια” κλπ.

Μέχρι που άρχισα να ακούω περισσότερο γύρω μου τι πραγματικά συμβαίνει, να συνειδητοποιώ την κατάσταση, να διαβάζω λίγο παραπάνω, να βλέπω τους λογαριασμούς του νερού να φτάνουν σε απίστευτα ποσά -που μέχρι κάποια στιγμή δε θυμάμαι να με είχαν απασχολήσει ποτέ – δεν έρχονταν καθόλου; ήταν πολύ μικρό το ποσό; δε θυμάμαι…

Να τρέχουμε να κάνουμε ρυθμίσεις και να παρακαλάμε τον εργαζόμενο να μη μας κλείσει το ρολόι γιατί έχουμε μωρά στο σπίτι. Και να τρέχουμε να ξανακάνουμε ρυθμίσεις και να τσεκάρουμε και να διπλοτσεκάρουμε για διαρροές γιατί οι λογαριασμοί ήταν πολύ μεγάλοι, λες και είχαμε περιβόλι κι όχι σπίτι!

Και ύστερα ήρθε το μπαμ και άρχισε να στάζει λάσπη η βρύση και να μυρίζει όλη η περιοχή αυτή τη χαρακτηριστική άσχημη μυρωδιά. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, αυτή τη μυρωδιά ακόμα τη θυμάμαι, ακόμα τη νιώθω.
Κι αρχίσαμε να αγοράζουμε μεγάλα μπιτόνια για τις ανάγκες του σπιτιού, να πλένουμε τα δόντια μας με την κανατούλα και να ψάχνουμε λύσεις πιο “μόνιμες”, όπως δεξαμενές νερού κλπ γιατί η κατάσταση δε φαινόταν να βελτιώνεται άμεσα.

Τρέχαμε σε γειτονικά χωριά και πόλεις για να κάνουμε μπάνιο εμείς και τα παιδιά μας σε σπίτια συγγενών και φίλων και για να βάλουμε πλυντήρια και περνούσαμε με ξύδι και απορρυπαντικά τα πάντα για να φύγει αυτή η μυρωδιά από το σπίτι. 

Κι η ΔΕΥΑΜ να βγάζει ανακοινώσεις αβέρτα και να μην καταλαβαίνουμε τελικά αν πρέπει να ξαναχρησιμοποιήσουμε το νερό ή όχι. Να το πιούμε ούτε λόγος. Και υπογεγραμμένο που το είδαμε αργότερα σαν ανακοίνωση, ποιον να εμπιστευτείς και πόσο, αφού ο καθένας έλεγε τα δικά του. Είδαμε επίσημη ανακοίνωση για πόσιμο νερό και μετά ακούγαμε από δω κι από κει “καλύτερα να μην το πιούμε”.
Και οι λογαριασμοί να συνεχίζουν το δικό τους χαβά.
Και εμείς να πληρώνουμε γιατί είμαστε και αγχωμένοι μη μας κοπεί το νερό και τι θα κάνουμε χωρίς νερό στο σπίτι;

Και μετά η ΔΕΥΑΜ  να μας κατηγορεί ότι εξαιτίας μας έφτασε σε αυτά τα χάλια και δεν μπορεί να πληρώσει το ρεύμα της. Εξαιτίας μας είναι σχεδόν χρεοκοπημένη, εμείς φταίμε που της κόβουν το ρεύμα στα αντλιοστάσια γιατί δεν είμαστε “εντάξει”, δεν πληρώναμε στην ώρα τους τα 200, 300, 400 ευρώ που μας ζητούσε (περισσότερα κι από το ρεύμα του σπιτιού μας!) συν την ρύθμιση για τα “χιλιάρικα” που ήρθαν στους πρώτους λογαριασμούς.

Τα γράφω όπως τα σκέφτομαι και όπως τα έζησα. Μπορεί κάποιος να με θεωρήσει υπερβολική, μπορεί να με θεωρήσει και πολύ “ευγενική”, ελαστική. 

Δεν ξέρω αν πρέπει να βγούμε στους δρόμους και να φωνάξουμε δυνατά. Πάντα μπλέκεται η πολιτική και τα συμφέροντα του καθενός. Πάντα κάποιος, που πιθανώς γνωρίζει ακριβώς και στην ουσία του το πρόβλημα, θα προσπαθήσει να το χειριστεί διπλωματικά, να το “κουκουλώσει” για να μην κατηγορηθεί ο ευνοούμενός του βουλευτής, δήμαρχος, αντιδήμαρχος, συμπολίτης. Ειλικρινά δεν ξέρω τι πρέπει να κάνουμε.

Το νερό είναι αγαθό πολύτιμο, πλούτος σπάνιος. Ούτως ή άλλως κανείς μας δεν το προσέχει όσο πρέπει, κανείς μας δεν το υπολογίζει. Το μολύνουμε, το σπαταλάμε ασταμάτητα. Δεν το σεβόμαστε.


Όμως, θα έπρεπε να είναι αυτονόητο ότι το πόσιμο νερό είναι ασφαλές και δωρεάν. Για όλους.

Βάσω Ζ. Νικολογιάννη


*Απαγορεύεται ρητά η οποιαδήποτε χρήση, αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, φόρτωση (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά του περιεχομένου του δικτυακού τόπου, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη άδεια του etoliko.gr*