ΔιΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΟ Θ’ ΜΕΡΟΣ

Ο μαύρος δράκος δεν ήξερε τι να περιμένει. Από τη μία παρακολουθούσε τη μάγισσα Χίλντα και από την άλλη αγωνιούσε για την τύχη του Νόκτου. Το ιπτάμενο ερπετό γνώριζε για την κατάρα του φίλου του, όμως δεν τον είχε δει ποτέ να μεταμορφώνεται.

Ξαφνικά το φως που εξέπεμπε η λάβα άρχισε να χάνει τη λάμψη του. Έμοιαζε με ένα από τα κόλπα της μάγισσας, όμως ο δράκος δεν μπορούσε να μαντέψει τον λόγο. Ένας βρυχηθμός τον έκανε να στρέψει το βλέμμα του στην είσοδο της αίθουσας. Εκεί στεκόταν όρθιο ένα μεγαλόσωμο πλάσμα, το οποίο είχε δυο σουβλερά κέρατα στο κεφάλι του και μακριά νύχια σαν και του μαύρου δράκου.

Νο… Νόκτε;“, ρώτησε διστακτικά το ιπτάμενο ερπετό και το τέρας που είχε απέναντί του χίμηξε κατά πάνω του. “Όχι φίλε μου!! Εγώ είμαι… Ο δράκος που γνώρισες στο “Μαγεμένο Δάσος”! Μαζί ήρθαμε εδώ κάτω! Θυμάσαι;“, φώναξε εκείνος και το τέρας για μια στιγμή σταμάτησε την επίθεσή του και έδειχνε μπερδεμένο.

Σε διατάζω να παλέψεις“, ούρλιαξε η Χίλντα και αμέσως το τέρας, το οποίο ήταν αποτέλεσμα της κατάρας που έριξε αυτή στον Νόκτο, συνέχισε την επίθεσή του. Άρπαξε την ουρά του μαύρου δράκου και άρχισε να τη δαγκώνει με τέτοια λύσσα, έχοντας ως στόχο να την κόψει εντελώς.

Το ιπτάμενο ερπετό τράβηξε με δύναμη την ουρά του και έσπρωξε το τέρας μακριά. Γύρισε να δει που είναι η μάγισσα όμως εκείνη είχε εξαφανιστεί. Μονάχα το χαιρέκακο γέλιο της αντηχούσε στην αίθουσα για να θυμίζει οτι εκεί κάτω είναι το λημέρι της.

Το τέρας έκανε ξανά την επίθεσή του, πήδηξε στην πλάτη του μαύρου δράκου και άρχισε να του ξεσκίζει τη σάρκα με τα κοφτερά του νύχια. Το ιπτάμενο ερπετό προσπαθούσε μάταια να το διώξει από πάνω του, αλλά σε κάθε του τίναγμα ξεκολλούσε ακόμα περισσότερο δέρμα και ο πόνος γινόταν αφόρητος.

Γι’ αυτό το λόγο αποφάσισε να πέσει με την πλάτη στο έδαφος για να γλιτώσει από τον μανιασμένο του φίλο. Κι έτσι έγινε… Ο μαύρος δράκος πλάκωσε με το κορμί του το τέρας και το άφησε αναίσθητο. “Νόκτε!! Φίλε μου!!“, φώναζε κλαίγοντας το ιπτάμενο ερπετό δίπλα από το ακίνητο σώμα του τέρατος.

Εκείνο άνοιξε με δυσκολία τα μάτια του και με αδύναμη φωνή είπε στον μαύρο δράκο: “Φιλ… Φϊλε μου. Τι συμβαίνει; Που βρίσκομαι;“. Τότε το ιπτάμενο ερπετό πλησίασε ακόμα πιο κοντά στο τέρας, του ζήτησε να ηρεμήσει και του εξήγησε οτι η μάγισσα Χίλντα τους έβαλε να πολεμήσουν ο ένας τον άλλο.

Που είναι η καταραμένη;“, είπε ο Νόκτος ο οποίος πήρε πάλι την ανθρώπινη μορφή του. Φαίνεται οτι πέρασε η πανσέληνος και μαζί της έφυγε και η μεταμόρφωση του πανύψηλου άντρα. “Δεν ξέρω. Μόλις εμφανίστηκε το τέρας εκείνη εξαφανίστηκε“, του απάντησε ο μαύρος δράκος.

Βοήθησέ με να σηκωθώ“, ζήτησε από τον φίλο του ο Νόκτος. Μόλις πλησίασε το κεφάλι του το ιπτάμενο ερπετό όμως έγινε το κακό. Το τέρας πήρε και πάλι τη θέση του πανύψηλου άντρα και έμπηξε τα νύχια του στα μάτια του δράκου. Για ακόμα μία φορά η Χίλντα τους είχε κοροϊδέψει και τους δύο. Είχε κάνει μάγια στον μαύρο δράκο και εκείνος νόμιζε οτι ο Νόκτος είχε γίνει ξανά άνθρωπος.

Ο μαύρος δράκος ούρλιαξε από τους πόνους, τυφλός πια μετά από την επίθεση του τέρατος. Τότε ήταν που ακούστηκε μια βροντερή φωνή να λέει: “Σκότωσέ τον και θα λύσεις την κατάρα!“. Το ιπτάμενο ερπετό κατάλαβε τι ήθελε να κάνει η μάγισσα και φώναξε στον φίλο του: “Μην την ακούς Νόκτε! Προσπαθεί να γλιτώσει το τομάρι της!“.

Όμως ήταν πολύ αργά… Το τέρας, θολωμένο από οργή και από τα μάγια της Χίλντα, όρμησε στον λαιμό του τυφλού δράκου και τον έσκισε πέρα για πέρα. Το ιπτάμενο ερπετό παραπάτησε, έπεσε με την κοιλιά στο έδαφος και πνίγηκε στο ίδιο του το αίμα. Όταν ο Νόκτος συνήλθε, βίωσε την ίδια φρίκη όπως τότε που δολοφόνησε τα δύο αγοράκια.

Δράκε!! Όχι, όχι, όχι… Τι έκανα; Τι έκανα;“, σπάραζε πάνω από το άψυχο κορμί του ιπτάμενου φίλου του. Τα δάκρυά του έπεφταν σαν την βροχή που ποτίζει το ξερό χώμα ενώ οι λυγμοί του ακούγονταν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της μεγάλης τρύπας του γκρεμού. Όμως ένα χέρι που ακούμπησε στον ώμο του Νόκτου, έκανε τον πανύψηλο άντρα να παγώσει.

Τώρα θνητέ τι θα κάνεις χωρίς τον φίλο σου; Που είναι το τρομερό και φοβερό σπαθί που έφερες για να με σκοτώσεις;“, ακούστηκε μια φωνή βαριά από πίσω του. Ο Νόκτος γύρισε οργισμένος για να δει τη μάγισσα αλλά δεν υπήρχε κανείς μαζί του στην αίθουσα. “Έλα καταραμένη!! Έλα να λογαριαστούμε!! Μ’ ακούς μάγισσα;!“, ούρλιαξε ο πανύψηλος άντρας.

Όμως ήξερε βαθιά μέσα του οτι η γριά Χίλντα είχε δίκιο. Αν ήθελε να έχει την παραμικρή πιθανότητα εναντίον της θα έπρεπε να βρει το σπαθί. Μόνο που υπήρχε ένα πρόβλημα… Δεν θυμόταν που του είχε πέσει τη στιγμή που έχασε το μυαλό του και μεταμορφώθηκε στο τέρας της κατάρας.

Έτσι γύρισε πίσω, μέχρι την αίθουσα με τους σκελετούς και τις αλυσίδες, έψαξε κάθε σπιθαμή της διαδρομής αλλά δεν βρήκε τίποτα. Έμεινε για λίγο σιωπηλός προσπαθώντας να συγκεντρώσει τη σκέψη του και να θυμηθεί που βρισκόταν όταν μεταμορφώθηκε σε τέρας. Όμως του ήταν αδύνατο όπως φαινόταν οτι τέτοια είχε γίνει και η αποστολή του.

Νόκτε… Νόκτε…“, φώναζε μια γυναικεία φωνή από κάπου μακριά. “Η μάγισσα!“, είπε από μέσα του ο πανύψηλος άντρας και άρχισε να περπατάει προς την κατεύθυνση της φωνής. Και σαν να ήταν μαγεμένος, έφτασε χωρίς να το καταλάβει σε μια καινούργια αίθουσα, η οποία πήρε τη θέση εκείνης με τη λάβα και το άψυχο σώμα του μαύρου δράκου.

Κόπιασε θνητέ!“, τον διέταξε η μάγισσα καθισμένη στον ίδιο βρώμικο και άθλιο θρόνο της. Ο Νόκτος υπάκουσε και γονάτισε ακριβώς μπροστά από τη Χίλντα. “Θα σου δώσω την ευκαιρία να ζήσεις. Όμως πρώτα θα πρέπει να συμφωνήσεις με αυτό που θα σου πω“, είπε αυστηρά η γριά μάγισσα. “Θες να γίνεις αθάνατος; Θες να ζήσεις στο πλάι μου για πάντα; Να είσαι ο άντρας της πιο δυνατής γυναίκας του κόσμου;“.

Ο Νόκτος απάντησε σαν υπνωτισμένος: “Ναι πανίσχυρη και τρομερή μάγισσα“. Τότε η Χίλντα του ζήτησε να πλησιάσει για να τον φιλήσει και να του κάνει το δώρο της αθανασίας. Ο πανύψηλος άντρας βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τη μάγισσα, έσκυψε για να φιληθούν και της είπε ψιθυριστά: “Αυτό είναι για τον Γιάλεκ“.

Η μάγισσα γούρλωσε έκπληκτη τα μάτια της και προσπάθησε να απομακρυνθεί από τον Νόκτο, όμως εκείνος την είχε γραπώσει σφιχτά με τα δυο του χέρια. “Αυτό είναι για τον Γιάλεκ!!“, ούρλιαξε με μίσος και δάγκωσε τον λαιμό της Χίλντα, ξεσκίζοντάς τον όπως κάνουν οι λύκοι με τα θηράματά τους.

Μέχρι να καταλάβει η μάγισσα τι της είχε συμβεί, ο Νόκτος φώναξε ξανά με οργή: “Και αυτό είναι για τον φίλο μου!!” και την κάρφωσε στα σωθικά με ένα παράξενο αντικείμενο. Τότε η Χίλντα άρχισε να ουρλιάζει από τους πόνους και ξαφνικά το κορμί της άρπαξε φωτιά και από κάθε πληγή της ανάβλυζε βρωμερό και κατάμαυρο δηλητήριο.

Ο Νόκτος παρακολούθησε τον αργό και βασανιστικό θάνατο της μάγισσας κι ύστερα κοίταξε το παράξενο αντικείμενο στο χέρι του. Αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα δόντι του νεκρού μαύρου δράκου. Ο πανύψηλος άντρας το είχε πάρει από τον φίλο του τη στιγμή που έκλαιγε πάνω από το κορμί του. Μπόρεσε και ξεγέλασε τη Χίλντα οτι ήταν μαγεμένος για να μπορέσει να την πλησιάσει όσο χρειαζόταν…

Έτσι τα κατάφερε και εκδικήθηκε για τους δύο φίλους του, τον Γιάλεκ και τον άτυχο μαύρο δράκο. Όπως και για τον ίδιο του τον εαυτό, αφού με τον θάνατο της μάγισσας Χίλντα, σύμφωνα πάντοτε με το “Βιβλίο Των Μύθων“, ξόρκισε την κατάρα που του είχε ρίξει. Τώρα πια το μόνο που του είχε απομείνει ήταν να γυρίσει στο σπίτι του, πίσω στην άκρη της παγωμένης λίμνης.

ΤΕΛΟΣ Ι’ ΜΕΡΟΥΣ

(Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Όλα τα ονόματα και οι τοποθεσίες που αναφέρονται σε αυτό είναι τυχαία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα)

ΖΕΥΣ

*Απαγορεύεται ρητά η οποιαδήποτε χρήση, αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, φόρτωση (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά του περιεχομένου του δικτυακού τόπου, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη άδεια του etoliko.gr*