Του Γεώργιου Καραϊσκάκη, αυτού του μεγάλου οπλαρχηγού, του κάναμε προτομή στην κεντρική πλατεία.
Του Τάκη του Καρβέλη, αξιόλογου ανθρώπου των γραμμάτων, το Γυμνάσιο Αιτωλικού τον τίμησε με την ονομασία της νέας του βιβλιοθήκης.
Του Γρηγόριου Λιακατά η προτομή κοσμεί την είσοδο της πόλης μας.
Της Βάσως της Κατράκη, της μεγαλύτερης Ελληνίδας χαράκτριας, προ πολλών ετών, της φτιάξαμε Μουσείο.
Του Ι.Μ Παναγιωτόπουλου όμως; Τι του κάναμε;; Μήπως τον ξεχάσαμε;;;
Φυσικά, θα μου πει κάποιος ότι ο Πολιτιστικός και Μορφωτικός Σύλλογος Αιτωλικού έχει χαρίσει το όνομά του στο τμήμα της βιβλιοθήκης του. Αρκεί, όμως, στον μεγαλύτερο Αιτωλικιώτη συγγραφέα, δοκιμιογράφο, ποιητή, κριτικό και εκπαιδευτικό του 20ου αιώνα μόνο αυτό;
Αφορμή για το σημερινό μου προβληματισμό είναι η επέτειος των γενεθλίων του πριν δυο ημέρες (23 Οκτωβρίου 1901). Ο Αιτωλικιώτης συγγραφέας, που έζησε μέχρι τα εννέα του στο Αιτωλικό, «έκλεισε» 120 χρόνια από την γέννησή του και εδώ στον τόπο που γεννήθηκε σφυρίξαμε αδιάφορα.
Είμαστε συνηθισμένοι άλλωστε, όπως αδιαφορήσαμε για την γέννηση της Κατράκη, έτσι αδιαφορούμε και για την γέννηση του Παναγιωτόπουλου. Καμία εκδήλωση, καμία γιορτή. Σαν να μην συνέβη τίποτα. Σαν να μην γεννήθηκαν ποτέ αυτά τα μεγαθήρια της τέχνης και των γραμμάτων.
Της Κατράκη, θα μου πείτε, φτιάχτηκε ολόκληρο μουσείο στο όνομά της.
Για τον Παναγιωτόπουλο, όμως, τι φτιάχτηκε;;;
Θα σας πω εγώ τι φτιάχτηκε, το σπίτι του….γυμναστήριο!!!
Ούτε αυτό δεν ήμασταν, ως Δήμος φυσικά, άξιοι να κρατήσουμε, συντηρήσουμε, αναπαλαιώσουμε και να δημιουργήσουμε μουσειακούς χώρους και χώρους των γραμμάτων.
Θα το ξαναπώ, «η έλλειψη ιστορικής ευαισθησίας, αντίληψης και πολιτισμού από άτομα που διοικούσαν ή διοικούν τον τόπο μας έχει στερήσει σε εμάς τους νεότερους τα ιστορικά αυτά κτίρια του Αιτωλικού και μας έμαθε να ζούμε από τις παλιές φωτογραφίες του τόπου και τις ιστορίες των παλιότερων».
Σειρά στην καταστροφή παίρνει το πατρικό σπίτι της Βάσως Κατράκη. Σώστε το πριν είναι αργά.
Τέλος, θα κλείσω με μια δική του φράση, κατά την επίσκεψή του στην γενέτειρά του στις αρχές του 1940, την φράση τη βρήκα από το προσωπικό λογαριασμό του Μιχάλη Κότσαρη στο facebook στο περσινό αφιέρωμα του στο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο.
«Μα όλα τούτα τα βλέπει κανείς μονάχα σαν στέκεται στις αντικρυνές στεριές. Μπορεί ακόμα να χαρεί παρόμοια θεάματα κι από τα παραλιακά ανοίγματα του νησιού. Μα δε θα αισθανθεί να τον συνεπαίρνει ο ίδιος οίστρος τις ώρες που θα ξοδέψει γυρνώντας ανάμεσα στα στενά και κακοχτισμένα δρομάκια του Αιτωλικού. Γιατί ο τόπος μέσα είναι στενάχωρος, ασυνάρτητος και απεριποίητος. Φαίνεται σαν κατασκεύασμα τύχης. Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως δεν τον πονούν όσο πρέπει οι άνθρωποί του. Γιατί, αν τον πονούσαν, το Αιτωλικό θα είχε γίνει από καιρό ένα κέντρο μεταρσιώσεων και ψυχικών ιάσεων και θα καταστάλαζαν εδώ σαν τα κοπάδια οι στοχαστικοί και οι κουρασμένοι, για να γεμίσουν την υπαρξή τους με την απολυτρωτική ηρεμία που αναδίνουν οι στεριές και οι θάλασσες. όπως γίνεται σε πολλούς τόπους πολύ συχνά, έτσι και στην πολιτεία τούτη της λιμνοθάλασσας το ανθρώπινο τοπίο αντιμάχεται το φυσικό. Και δεν είναι ένας τόπος φτωχός το Αιτωλικό. Έχει τη θάλασσα ανοιχτή σε κάθε συναλλαγή και κάθε επιχείρηση, τον ενάλιο πλούτο στη διάθεσή του, τη στεριά ολόγυρά του γονιμότατη. Μα δεν έχει ίσως αισθανθεί την ανάγκη να σταθεί στο ύψος της ομορφιάς, που το περιτριγυρίζει. Υπάρχουν νησάκια στην Ελλάδα πολύ κατώτερα, πολύ λιγότερο προικισμένα, που έγιναν παράδεισοι για τους περαστικούς. Το Αιτωλικό χρειάζεται κάποιο απόθεμα αντοχής, για να το ζήσεις.» (ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ – “Η ΠΟΛΙΤΕΊΑ ΤΗΣ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑΣ”)
Μήπως ήρθε η ώρα να τιμηθεί ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος στην πόλη που γεννήθηκε όπως του αρμόζει;;;
Όλα τα άρθρα σε αυτή την ιστοσελίδα προστατεύονται από πνευματικά δικαιώματα. Απαγορεύεται ρητά η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, διανομή ή μετάδοση του περιεχομένου χωρίς την προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του συντάκτη. Για οποιαδήποτε χρήση του υλικού, παρακαλούμε επικοινωνήστε με τον διαχειριστή της ιστοσελίδας.